Ο «Τιτανικός» έσχιζε τα παγωμένα νερά όταν το νεαρό ζευγάρι στεκόταν στην πλώρη του νιώθοντας κυρίαρχο του κόσμου,
ενώ έβλεπε το ηλιοβασίλεμα και ζούσε τον κρυφό έρωτά του. Η πιο συμβολική σκηνή της ταινίας του Τζέιμς Κάμερον που έκανε τους...
ευαίσθητους ανά τον πλανήτη να ερωτευτούν και να δακρύσουν. Κι όμως η ιστορία αυτή είναι αληθινή, σύμφωνα με τα απομνημονεύματα της Helen Candee, διαζευγμένης Νεοϋορκέζας, μίας γυναίκας εκτός τόπου και χρόνου για εκείνη την εποχή.
Την Τετάρτη 10 Απριλίου το 1912, η Helen Candee, 53 χρονών πλέον, αγχωμένη αγοράζει εισιτήριο Α’ τάξης για το παρθενικό ταξίδι του «Τιτανικού». Την έχουν ειδοποιήσει οι συγγενείς της από τις ΗΠΑ ότι ο γιος της βρισκόταν σε σιδηροδρομικό ατύχημα και είχε υποστεί σοβαρό τραυματισμό. Εκείνη έπρεπε να πάει κοντά του όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
Η γυναίκα ήταν συγγραφέας κι ασχολείτο με την εσωτερική διακόσμηση, διάσημη στην ελίτ των ΗΠΑ για την κοινωνική της ζωή, ενώ απολάμβανε διαρκώς ταξίδια μεταξύ των δύο ηπείρων καθώς είχε σαγηνευτεί από την Ευρώπη. Ο Τύπος έγραφε συνέχεια για τις δραστηριότητές της, ενώ είχε αφήσει εποχή με τα επιτυχημένα πάρτι της. Είχε μεγαλώσει μόνη της τα δύο παιδιά της, καθώς κατάφερε να πάρε διαζύγιο από τον επί 15 χρόνια σύζυγό της. Αν και τον έπιασε μέσω ντετέκτιβ να την απατά, το δικαστήριο της Νέας Υόρκης δεν το αποδέχθηκε αυτή ως αιτία διαζυγίου. Έτσι η γυναίκα κατέφυγε στον νόμο της Οκλαχόμα όπου κατέθεσε – και κέρδισε – αίτηση διαζυγίου για βιαιότητα και αλκοολισμό του συζύγου της.
Το ανεξάρτητο πνεύμα της της χάρισε και τη συγγραφική ικανότητα ώστε μέσω των κειμένων της να μπορεί να συντηρεί τα παιδιά της αλλά και την κοσμική ζωή της. Ήταν εκείνη που έγραψε το βιβλίο-σταθμό στη γυναικεία λογοτεχνία «How Women May Earn a Living» το 1900, στη συνέχεια έγραψε το μοναδικό μυθιστόρημά της «An Oklahoma Romance», ενώ έστελνε κείμενα σε περιοδικά όπως το «Harper’s Bazaar» με θέματα όπως η γεωργία αλλά και το κοινωνικό πρωτόκολλο.
Όταν μετακόμισε στην Ουάσινγκτον από τη Νέα Υόρκη, ασχολήθηκε και με την εσωτερική διακόσμηση και μάλιστα επειδή ήταν διάσημη για την καλή δουλειά και την καλαισθησία της, τις υπηρεσίες της χρησιμοποίησε και ο πρόεδρος Ρούζβελτ, καθώς ο αρχιτέκτονας του Οβάλ Γραφείου Nathan Wyeth, τη συμβουλεύτηκε πώς να διακοσμήσει τη Δυτική Πτέρυγα του Λευκού Οίκου. Σύντομα, η γυναίκα έγραφε βιβλία για σχέδιο, διακόσμηση και ταπετσαρίες. Επίσης, λάτρευε τα ταξίδια και σύντομα ερωτεύτηκε την Ευρώπη. Ενώ έκανε «περιοδεία» σε Ιταλία και Ισπανία, πληροφορήθηκε ότι ο γιος της Harold είχε σιδηροδρομικό ατύχημα.
Επιβιβαζόμενη στο πλωτό παλάτι – όπως το χαρακτηρίζει στα απομνημονεύματά της – ένιωσε ότι βρισκόταν στο σπίτι της. Εκτός από τον πολυτελή διάκοσμο, στο πλοίο βρισκόταν η αφρόκρεμα της Μ. Βρετανίας αλλά και των ΗΠΑ. Η Helen σύντομα έγινε η πιο δημοφιλής επιβάτιδα του «Τιτανικού», κυρίως ανάμεσα στους άνδρες επιβάτες που ταξίδευαν μόνοι τους.
Μπορεί να ήταν ανεξάρτητη, αλλά απολάμβανε το φλερτ και τα κομπλιμέντα όσο και να προσελκύει το ενδιαφέρον των ανδρών. Φίλοι της είχαν ζητήσει από δύο ελεύθερους κυρίους να την προσέχουν στη διάρκεια του ταξιδιού, όπως η ίδια η Helen έγραψε αργότερα στα απομνημονεύματά της. Ο ένας ήταν ο 58χρονος Αμερικανός αρχιτέκτονας Edward Kent και ο άλλος ο 45χρονος Βρετανός έμπορος Τέχνης Hugh Woolner. Σύντομα έγινε το μήλο της έριδος και για τρίτο θαυμαστή, τον συνταγματάρχη Archibald Gracie. Ωστόσο, αυτός που της κέρδισε το ενδιαφέρον ήταν ο Woolner, με τον οποίο πραγματοποιούσε τα κρυφά ραντεβού στην πλώρη όπου μαζί ατένιζαν το ηλιοβασίλεμα.
Στις 14 Απριλίου 1912, την ημέρα του ναυαγίου, το γκρουπ θαυμαστών της είχε αυξηθεί στους έξι: τους Woolner, Kent και Gracie, αλλά και τους Clinch Smith σοσιαλιτέ του Λονγκ Άιλαντ, Bjornstrom Steffansson, Σουηδό έφεδρο αξιωματικό και τον Ιρλανδό E P Colley. Όλοι είχαν συγκεντρωθεί γύρω από την καρέκλα της εκείνο το τελευταίο πρωινό, αλλά εκείνη έγερνε προς το μέρος του Woolner. Αν η ρομαντική σχέση τους προχώρησε πέρα από ένα... ρίγος, δεν είναι γνωστό. Καθώς είχε στο μυαλό της τον τραυματισμένο γιο της, το μόνο που μπορούσε να κάνει δεν ήταν να ακουμπήσει το κεφάλι στον ώμο του, όπως η ίδια λέει.
Ωστόσο για να μην προσβάλει την ευπρέπειά του και τους βρετανικούς τρόπους του, απέφυγε να δείξει οποιοδήποτε συναίσθημα. Το βράδυ του ναυαγίου η παρέα απολάμβανε το δείπνο της, ενώ οι άνδρες φιλονικούσαν με χαριτωμένο τρόπο ποιος απ’ όλους θα τη διεκδικούσε και όπως ήταν επιθυμητό από εκείνη για δυσαρέσκεια των άλλων κέρδισε ο Woolner. Όταν η Helen συνειδητοποίησε ότι ήταν η μοναδική γυναίκα στην αίθουσα σηκώθηκε να πάει στην καμπίνα της για ύπνο.
Ενώ περίμενε το νερό να τρέξει για να κάνει ένα μπάνιο, το πλοίο χτύπησε στο παγόβουνο. Ο Woolner έτρεξε αμέσως να την προστατεύσει, τύλιξε το χέρι του γύρω από τους ώμους της και αφού τη βοήθησε να φτιάξει μια μικρή βαλίτσα με τα πράγματά της, την οδήγησε μέσα από το χάος στο κατάστρωμα. Στην πορεία συνάντησαν τον Kent, που την ενημέρωσε ότι δεν θα της επέτρεπαν να πάρει τη βαλίτσα της. Έτσι, η γυναίκα έβγαλε από μέσα μία χρυσή μινιατούρα όπου μέσα βρισκόταν φωτογραφία της μητέρας της και ένα ασημένιο φλασκί μπράντι. Τα έδωσε στον άνδρα και του ζήτησε να της τα φυλάει. Όση ώρα περίμενε να μπει σε μία σωστική λέμβο βρισκόταν στην αγκαλιά του Woolner και συζητούσαν για το φως των αστεριών.
Μπήκε σε μία από τις βάρκες κι όταν ο Woolner πήγε να ανέβει μαζί της, του το απαγόρευσαν καθώς το πλοίο εγκατέλειπαν μόνο γυναίκες και παιδιά. Δεν πρόλαβε να τον αποχαιρετίσει. Μπαίνοντας στη λέμβο η γυναίκα παραπάτησε κι έσπασε τον αστράγαλό της, αλλά αυτό δεν την εμπόδισε από το να πάρει ένα από τα κουπιά και να βοηθήσει αργότερα τους υπόλοιπους επιβάτες να απομακρυνθούν από το βυθιζόμενο πλοίο. «Κανείς δεν μιλούσε» έγραψε αργότερα. «Η ομιλία ήταν ανεπαρκής για μία τέτοια καταστροφή. Ολόκληρος ο κόσμος είχε χαθεί!».
Ενώ βρισκόταν σώα πάνω στο «Carpathia», η Helen πληροφορήθηκε την τύχη των θαυμαστών της: Ο Gracie είχε διασωθεί αλλά πέθανε έναν χρόνο μετά μάλλον από την πνευμονία. Σώος και ο Bjornstrom αλλά και ο Woolner, ο οποίος βυθίστηκε στην ενοχή του καθώς 1.500 πνίγηκαν και ο ίδιος διασώθηκε. O Kent βρέθηκε πνιγμένος στα παγωμένα νερά και στην τσέπη του υπήρχαν τα αντικείμενα που του είχε δώσει, τα οποία και της επεστράφησαν και πωλήθηκαν σε δημοπρασία το 2006.
Η Helen έγραψε ένα άρθρο για τις εμπειρίες της στον «Τιτανικό» για το περιοδικό «Collier’s Weekly». Κάθε φορά που έμπαινε σ’ έναν χώρο οι άνθρωποι την κοιτούσαν και τη σχολίαζαν ψιθυριστά ενώ της κατέστρεψε κάθε ευκαιρία για ρομάντσο με τον Woolner, τον οποίο όταν προσπάθησε να εντοπίσει, εκείνος δεν της απάντησε ποτέ. Τον είχε αποθαρρύνει η ασυμβίβαστη φύση που τον είχε μαγέψει όσο βρίσκονταν στο πλοίο.
Άφησε την πίκρα της στην άκρη.
Ο γιος της ανάρρωσε και η ίδια ένιωσε ότι είχε πολλά να ζήσει και να εξερευνήσει. Οπότε παράτησε την εσωτερική διακόσμηση κι άρχισε τα ταξίδια και τη συγγραφή. Στη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου υπηρέτησε στον Ερυθρό Σταυρό στην Ιταλία όπου επέβλεπε τον Ernest Hemingway, ενώ τιμήθηκε για τις υπηρεσίες της. Ταξίδεψε σε Ινδονησία, Ιαπωνία, Κίνα και Καμπότζη. Συνέχισε να ταξιδεύει και να γράφει για το National Geographic μέχρι την ηλικία των 80 ετών. Παρέμεινε ανύπαντρη μέχρι τον θάνατό της, το 1949, σε ηλικία 90 ετών.
Ο Τζέιμς Κάμερον δεν γνώριζε την ιστορία της όταν έκανε την ταινία του "Τιτανικός", αν και η ερωτική ιστορία που είδαμε στη μεγάλη οθόνη δεν απέχει τελικά και πολύ από την πραγματικότητα.
ενώ έβλεπε το ηλιοβασίλεμα και ζούσε τον κρυφό έρωτά του. Η πιο συμβολική σκηνή της ταινίας του Τζέιμς Κάμερον που έκανε τους...
ευαίσθητους ανά τον πλανήτη να ερωτευτούν και να δακρύσουν. Κι όμως η ιστορία αυτή είναι αληθινή, σύμφωνα με τα απομνημονεύματα της Helen Candee, διαζευγμένης Νεοϋορκέζας, μίας γυναίκας εκτός τόπου και χρόνου για εκείνη την εποχή.
Την Τετάρτη 10 Απριλίου το 1912, η Helen Candee, 53 χρονών πλέον, αγχωμένη αγοράζει εισιτήριο Α’ τάξης για το παρθενικό ταξίδι του «Τιτανικού». Την έχουν ειδοποιήσει οι συγγενείς της από τις ΗΠΑ ότι ο γιος της βρισκόταν σε σιδηροδρομικό ατύχημα και είχε υποστεί σοβαρό τραυματισμό. Εκείνη έπρεπε να πάει κοντά του όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
Η γυναίκα ήταν συγγραφέας κι ασχολείτο με την εσωτερική διακόσμηση, διάσημη στην ελίτ των ΗΠΑ για την κοινωνική της ζωή, ενώ απολάμβανε διαρκώς ταξίδια μεταξύ των δύο ηπείρων καθώς είχε σαγηνευτεί από την Ευρώπη. Ο Τύπος έγραφε συνέχεια για τις δραστηριότητές της, ενώ είχε αφήσει εποχή με τα επιτυχημένα πάρτι της. Είχε μεγαλώσει μόνη της τα δύο παιδιά της, καθώς κατάφερε να πάρε διαζύγιο από τον επί 15 χρόνια σύζυγό της. Αν και τον έπιασε μέσω ντετέκτιβ να την απατά, το δικαστήριο της Νέας Υόρκης δεν το αποδέχθηκε αυτή ως αιτία διαζυγίου. Έτσι η γυναίκα κατέφυγε στον νόμο της Οκλαχόμα όπου κατέθεσε – και κέρδισε – αίτηση διαζυγίου για βιαιότητα και αλκοολισμό του συζύγου της.
Το ανεξάρτητο πνεύμα της της χάρισε και τη συγγραφική ικανότητα ώστε μέσω των κειμένων της να μπορεί να συντηρεί τα παιδιά της αλλά και την κοσμική ζωή της. Ήταν εκείνη που έγραψε το βιβλίο-σταθμό στη γυναικεία λογοτεχνία «How Women May Earn a Living» το 1900, στη συνέχεια έγραψε το μοναδικό μυθιστόρημά της «An Oklahoma Romance», ενώ έστελνε κείμενα σε περιοδικά όπως το «Harper’s Bazaar» με θέματα όπως η γεωργία αλλά και το κοινωνικό πρωτόκολλο.
Όταν μετακόμισε στην Ουάσινγκτον από τη Νέα Υόρκη, ασχολήθηκε και με την εσωτερική διακόσμηση και μάλιστα επειδή ήταν διάσημη για την καλή δουλειά και την καλαισθησία της, τις υπηρεσίες της χρησιμοποίησε και ο πρόεδρος Ρούζβελτ, καθώς ο αρχιτέκτονας του Οβάλ Γραφείου Nathan Wyeth, τη συμβουλεύτηκε πώς να διακοσμήσει τη Δυτική Πτέρυγα του Λευκού Οίκου. Σύντομα, η γυναίκα έγραφε βιβλία για σχέδιο, διακόσμηση και ταπετσαρίες. Επίσης, λάτρευε τα ταξίδια και σύντομα ερωτεύτηκε την Ευρώπη. Ενώ έκανε «περιοδεία» σε Ιταλία και Ισπανία, πληροφορήθηκε ότι ο γιος της Harold είχε σιδηροδρομικό ατύχημα.
Επιβιβαζόμενη στο πλωτό παλάτι – όπως το χαρακτηρίζει στα απομνημονεύματά της – ένιωσε ότι βρισκόταν στο σπίτι της. Εκτός από τον πολυτελή διάκοσμο, στο πλοίο βρισκόταν η αφρόκρεμα της Μ. Βρετανίας αλλά και των ΗΠΑ. Η Helen σύντομα έγινε η πιο δημοφιλής επιβάτιδα του «Τιτανικού», κυρίως ανάμεσα στους άνδρες επιβάτες που ταξίδευαν μόνοι τους.
Μπορεί να ήταν ανεξάρτητη, αλλά απολάμβανε το φλερτ και τα κομπλιμέντα όσο και να προσελκύει το ενδιαφέρον των ανδρών. Φίλοι της είχαν ζητήσει από δύο ελεύθερους κυρίους να την προσέχουν στη διάρκεια του ταξιδιού, όπως η ίδια η Helen έγραψε αργότερα στα απομνημονεύματά της. Ο ένας ήταν ο 58χρονος Αμερικανός αρχιτέκτονας Edward Kent και ο άλλος ο 45χρονος Βρετανός έμπορος Τέχνης Hugh Woolner. Σύντομα έγινε το μήλο της έριδος και για τρίτο θαυμαστή, τον συνταγματάρχη Archibald Gracie. Ωστόσο, αυτός που της κέρδισε το ενδιαφέρον ήταν ο Woolner, με τον οποίο πραγματοποιούσε τα κρυφά ραντεβού στην πλώρη όπου μαζί ατένιζαν το ηλιοβασίλεμα.
Στις 14 Απριλίου 1912, την ημέρα του ναυαγίου, το γκρουπ θαυμαστών της είχε αυξηθεί στους έξι: τους Woolner, Kent και Gracie, αλλά και τους Clinch Smith σοσιαλιτέ του Λονγκ Άιλαντ, Bjornstrom Steffansson, Σουηδό έφεδρο αξιωματικό και τον Ιρλανδό E P Colley. Όλοι είχαν συγκεντρωθεί γύρω από την καρέκλα της εκείνο το τελευταίο πρωινό, αλλά εκείνη έγερνε προς το μέρος του Woolner. Αν η ρομαντική σχέση τους προχώρησε πέρα από ένα... ρίγος, δεν είναι γνωστό. Καθώς είχε στο μυαλό της τον τραυματισμένο γιο της, το μόνο που μπορούσε να κάνει δεν ήταν να ακουμπήσει το κεφάλι στον ώμο του, όπως η ίδια λέει.
Ωστόσο για να μην προσβάλει την ευπρέπειά του και τους βρετανικούς τρόπους του, απέφυγε να δείξει οποιοδήποτε συναίσθημα. Το βράδυ του ναυαγίου η παρέα απολάμβανε το δείπνο της, ενώ οι άνδρες φιλονικούσαν με χαριτωμένο τρόπο ποιος απ’ όλους θα τη διεκδικούσε και όπως ήταν επιθυμητό από εκείνη για δυσαρέσκεια των άλλων κέρδισε ο Woolner. Όταν η Helen συνειδητοποίησε ότι ήταν η μοναδική γυναίκα στην αίθουσα σηκώθηκε να πάει στην καμπίνα της για ύπνο.
Ενώ περίμενε το νερό να τρέξει για να κάνει ένα μπάνιο, το πλοίο χτύπησε στο παγόβουνο. Ο Woolner έτρεξε αμέσως να την προστατεύσει, τύλιξε το χέρι του γύρω από τους ώμους της και αφού τη βοήθησε να φτιάξει μια μικρή βαλίτσα με τα πράγματά της, την οδήγησε μέσα από το χάος στο κατάστρωμα. Στην πορεία συνάντησαν τον Kent, που την ενημέρωσε ότι δεν θα της επέτρεπαν να πάρει τη βαλίτσα της. Έτσι, η γυναίκα έβγαλε από μέσα μία χρυσή μινιατούρα όπου μέσα βρισκόταν φωτογραφία της μητέρας της και ένα ασημένιο φλασκί μπράντι. Τα έδωσε στον άνδρα και του ζήτησε να της τα φυλάει. Όση ώρα περίμενε να μπει σε μία σωστική λέμβο βρισκόταν στην αγκαλιά του Woolner και συζητούσαν για το φως των αστεριών.
Μπήκε σε μία από τις βάρκες κι όταν ο Woolner πήγε να ανέβει μαζί της, του το απαγόρευσαν καθώς το πλοίο εγκατέλειπαν μόνο γυναίκες και παιδιά. Δεν πρόλαβε να τον αποχαιρετίσει. Μπαίνοντας στη λέμβο η γυναίκα παραπάτησε κι έσπασε τον αστράγαλό της, αλλά αυτό δεν την εμπόδισε από το να πάρει ένα από τα κουπιά και να βοηθήσει αργότερα τους υπόλοιπους επιβάτες να απομακρυνθούν από το βυθιζόμενο πλοίο. «Κανείς δεν μιλούσε» έγραψε αργότερα. «Η ομιλία ήταν ανεπαρκής για μία τέτοια καταστροφή. Ολόκληρος ο κόσμος είχε χαθεί!».
Ενώ βρισκόταν σώα πάνω στο «Carpathia», η Helen πληροφορήθηκε την τύχη των θαυμαστών της: Ο Gracie είχε διασωθεί αλλά πέθανε έναν χρόνο μετά μάλλον από την πνευμονία. Σώος και ο Bjornstrom αλλά και ο Woolner, ο οποίος βυθίστηκε στην ενοχή του καθώς 1.500 πνίγηκαν και ο ίδιος διασώθηκε. O Kent βρέθηκε πνιγμένος στα παγωμένα νερά και στην τσέπη του υπήρχαν τα αντικείμενα που του είχε δώσει, τα οποία και της επεστράφησαν και πωλήθηκαν σε δημοπρασία το 2006.
Η Helen έγραψε ένα άρθρο για τις εμπειρίες της στον «Τιτανικό» για το περιοδικό «Collier’s Weekly». Κάθε φορά που έμπαινε σ’ έναν χώρο οι άνθρωποι την κοιτούσαν και τη σχολίαζαν ψιθυριστά ενώ της κατέστρεψε κάθε ευκαιρία για ρομάντσο με τον Woolner, τον οποίο όταν προσπάθησε να εντοπίσει, εκείνος δεν της απάντησε ποτέ. Τον είχε αποθαρρύνει η ασυμβίβαστη φύση που τον είχε μαγέψει όσο βρίσκονταν στο πλοίο.
Άφησε την πίκρα της στην άκρη.
Ο γιος της ανάρρωσε και η ίδια ένιωσε ότι είχε πολλά να ζήσει και να εξερευνήσει. Οπότε παράτησε την εσωτερική διακόσμηση κι άρχισε τα ταξίδια και τη συγγραφή. Στη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου υπηρέτησε στον Ερυθρό Σταυρό στην Ιταλία όπου επέβλεπε τον Ernest Hemingway, ενώ τιμήθηκε για τις υπηρεσίες της. Ταξίδεψε σε Ινδονησία, Ιαπωνία, Κίνα και Καμπότζη. Συνέχισε να ταξιδεύει και να γράφει για το National Geographic μέχρι την ηλικία των 80 ετών. Παρέμεινε ανύπαντρη μέχρι τον θάνατό της, το 1949, σε ηλικία 90 ετών.
Ο Τζέιμς Κάμερον δεν γνώριζε την ιστορία της όταν έκανε την ταινία του "Τιτανικός", αν και η ερωτική ιστορία που είδαμε στη μεγάλη οθόνη δεν απέχει τελικά και πολύ από την πραγματικότητα.
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχολιάστε ότι διαβάζετε και βοηθήστε το κουνάβι να μάθει περισσότερα για το τι προτιμάτε να διαβάζετε!