του Δημήτρη Καζάκη
Η σύνοδος κορυφής της 25ης Μαρτίου αποτελεί πράγματι ορόσημο. Μ’ αυτήν οι ηγέτες της ευρωζώνης σύστησαν επίσημα την Ελλάδα στο ΔΝΤ. Το ευρώ, δίπλα στις τόσες και τόσες ευεργεσίες που έχει προσφέρει σ’ αυτή τη χώρα και ιδίως στον εργαζόμενο λαό της, έρχεται τώρα να του προσφέρει επίσης μια ακόμη μοναδική ευκαιρία, να δοκιμάσει στο πετσί του και τις «θεραπείες σοκ» του ΔΝΤ.
«Ελπίζουμε ότι αυτό θα καθησυχάσει όλους τους κατόχους των Ελληνικών ομολόγων ότι η ευρωζώνη δεν θα αφήσει την Ελλάδα να αποτύχει», όπως είπε ο Χέρμαν Βαν Ρομπέι αμέσως μετά τη Σύνοδο. Άλλωστε γι’ αυτούς δουλεύουν όλοι.
Η χώρα βαδίζει όπως έχει προκαθοριστεί από τις αγορές και τους κερδοσκόπους: από το κακό στο χειρότερο. Κάθε επιδείνωση της κατάστασης αποφέρει κέρδη δις ευρώ σε διεθνείς θεσμικούς και μη επενδυτές. Κι αυτό γιατί δεν έχουν επενδύσει στην μια και έξω χρεοκοπία της χώρας, αλλά στον αργό θάνατό της.
Όσο περισσότερο κρατήσει η επιθανάτια αγωνία, τόσο περισσότερο κερδίζουν από τα αυξημένα spread-επιτόκια, από τις επισφάλειες των ελληνικών ομολόγων, από τα κάθε είδους παράγωγα χρέους, από τα πιθανά swap και τις συμφωνίες πάνω και κάτω από το τραπέζι προκειμένου η χώρα να συνεχίσει να δανείζεται για να συνεχίσει απρόσκοπτα την εξυπηρέτηση των χρεών της.
Το ιδεώδες για τις αγορές θα ήταν να συνεχιστεί στο διηνεκές αυτή η κατάσταση.
Αυτό θέλουν να εγγυηθεί η κηδεμονία της χώρας από το ΕΕ και το ΔΝΤ.
Επιζητούν δηλαδή μια ελεγχόμενη πτώχευση σαν αυτή που επέβαλε το ΔΝΤ στην Ουρουγουάη το 2003, η οποία την μετέτρεψε σε μια από τις φτωχότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής, χωρίς να την γλυτώσει από το χρέος της.
Αυτός είναι ο μονόδρομος που υπηρετεί η κυβέρνηση. Είναι η χώρα υποχρεωμένη να τον ακολουθήσει; «Η πρώτη διαταγή των νόμων των είναι, να νομίζουν τους λόγους του τυράννου ως νόμους απαραβάτους», έγραφε για τα καθεστώτα της τυραννίας ο Ανώνυμος Έλληνας στην Ελληνική Νομαρχία.
Ωστόσο, μονόδρομοι δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν και «νόμοι απαράβατοι».
Ιδίως όταν η αναζήτηση μιας εναλλακτικής προοπτικής αποτελεί ζήτημα ζωής ή θανάτου για τη χώρα και το λαό της.
Το πρώτο βήμα μιας διαφορετικής πολιτικής θα ήταν να ανατραπεί το καθεστώς κηδεμονίας από την ΕΕ και το ΔΝΤ, που έχει σαν βασικό στόχο τη διαιώνιση της υπερχρέωσης προς όφελος των διεθνών κερδοσκόπων και δανειστών.
Δεν υπάρχει ούτε ένα παράδειγμα χώρας που να υποβλήθηκε σε καθεστώς κηδεμονίας για τα χρέη της και να βγήκε αλώβητη ή και ακέραια.
Όποιος ενδιαφέρεται ας δει την ιστορία των χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής, ιδίως της υποσαχάριας, όπου έδρασε για δεκαετίες το ΔΝΤ. Όπου επιβλήθηκε καθεστώς κηδεμονίας άφησε πίσω του ερείπια.
Δεύτερο, να προχωρήσει το ελληνικό κράτος σε άμεση παύση πληρωμών, ώστε να διασωθούν οι τεράστιοι πόροι που σήμερα πηγαίνουν σε πληρωμές δανείων.
Η παύση πληρωμών δεν ισοδυναμεί με κήρυξη πτώχευσης, όπως κηρύττει σκόπιμα η επίσημη προπαγάνδα.
Η πτώχευση μπορεί να σημάνει μια προσωρινή στάση πληρωμών, αλλά θέτει τη χώρα και το λαό της στη διάθεση και στο έλεος των δανειστών της.
Πτώχευση σημαίνει ότι μια χώρα δεν μπορεί να πληρώσει τους δανειστές της σε ρευστό και επιτρέπει να πληρωθούν σε είδος, κατάσχοντας και δημεύοντας τα περιουσιακά της στοιχεία.
Αντίθετα, μια χώρα προχωρά σε μονομερή παύση πληρωμών ακριβώς επειδή δεν θέλει να της επιβληθεί ή να αναγκαστεί από την αγορά να κηρύξει πτώχευση. Η μονομερής παύση πληρωμών θέτει σε πρώτη προτεραιότητα την ανάγκη να σταθεί η χώρα και ο λαός της στα πόδια τους, χωρίς τον φόρο αίματος στους δανειστές.
Για παράδειγμα στην περίπτωση της επίσημης πτώχευσης του ελληνικού κράτους το 1932 υπήρξε πράγματι προσωρινή παύση πληρωμών, αλλά η χώρα δεν γλύτωσε ούτε από τα χρέη της, ούτε από τους δανειστές της. Ακόμη και σήμερα συνεχίζει το ελληνικό κράτος να πληρώνει το διακυβερνητικό δάνειο με τις ΗΠΑ που συνάφθηκε το 1929! Κι ας έχει μεσολαβήσει επίσημο χρεωστάσιο της χώρας.
Στη διεθνή πρακτική έχουμε πολλές χώρες που κατά καιρούς αρνήθηκαν να πληρώσουν τους δανειστές τους, χωρίς να κηρύξουν πτώχευση.
Μάλιστα στο διεθνές δίκαιο υπάρχει πρόβλεψη για την μονομερή άρνηση μιας χώρας να πληρώσει τα χρέη της, όταν συντρέχουν τρεις λόγοι:
(α) Ο δανεισμός έγινε με ανήθικο και παράνομο τρόπο.
(β) Τα δάνεια δεν χρησιμοποιήθηκαν προς το συμφέρον του λαού και της χώρας.
(γ) Οι δανειστές γνώριζαν πολύ καλά ποιους δάνειζαν και για ποιο σκοπό.
Στη βάση αυτής της ρήτρας του διεθνούς δικαίου, που αποκαλείται odious debt ή απεχθές χρέος, αρνήθηκαν πολλές από τις νεοαπελευθερωμένες χώρες να πληρώσουν τα χρέη της αποικιοκρατίας, των δικτατορικών και βασιλικών καθεστώτων που ανατράπηκαν, αλλά και των διεφθαρμένων κυβερνήσεων.
Τελευταίο παράδειγμα είναι το Εκουαδόρ, το οποίο τον Δεκέμβρη του 2008 ανακοίνωσε πλήρη παύση πληρωμών, χωρίς να κηρύξει πτώχευση.
Ο πρόεδρος της χώρας Κορέα, αφού συγκρότησε μια διακομματική επιτροπή υπό τον γενικό εισαγγελέα της χώρας που εξέτασε το σύνολο των συμβάσεων δανεισμού της χώρας, ανακοίνωσε ότι το Εκουαδόρ δεν δεσμεύεται να πληρώσει ένα «ανήθικο και παράνομο» χρέος, που υπήρξε προϊόν ρεμούλας και κερδοσκοπίας σε βάρος του λαού του.
Απευθύνθηκε επίσης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, η οποία στάθηκε στο πλευρό της χώρας, αναγνωρίζοντας το δικαίωμά της να μην πληρώσει χρέη που δημιούργησαν οι προηγούμενες διεφθαρμένες κυβερνήσεις και έτσι δεν κουνήθηκε φύλλο εναντίον του Εκουαδόρ. Και μιλάμε για μια χώρα με πληθυσμό περί τα 13,6 εκατ. κατοίκους και με ΑΕΠ (2008) λίγο πάνω από το 16% του αντίστοιχου ΑΕΠ της Ελλάδας!
Για να προχωρήσει μια χώρα σε μονομερή παύση πληρωμών απαιτείται πρώτα και κύρια πολιτική βούληση. Απαιτείται υπεύθυνη κυβέρνηση που να προτάσσει πάνω απ’ όλα το καλό της χώρας και του λαού της. Φανταστείτε μόνο μια κυβέρνηση που αντί να αναζητά την «αποκατάσταση της αξιοπιστίας στις αγορές», βγαίνει και ζητά την συμπαράσταση, την μαχητική στήριξη του λαού για να προχωρήσει σε μονομερή παύση πληρωμών, ώστε να μην επιβάλει τα μέτρα λιτότητας και ασφυξίας που απαιτούν οι δανειστές και τα όργανά τους.
Φυσικά μια τέτοια κυβέρνηση θα προχωρούσε αμέσως στη δημιουργία μιας διακομματικής επιτροπής σε ισότιμη βάση, έστω υπό τον πρόεδρο της δημοκρατίας, η οποία θα είχε απεριόριστη δυνατότητα διερεύνησης όλων των συμβάσεων δανεισμού τουλάχιστον από την μεταπολίτευση έως σήμερα.
Υπάρχει έστω κι ένας που πιστεύει ότι οι συμβάσεις αυτές δεν κρύβουν ρεμούλες και ατασθαλίες άνευ προηγουμένου; Μόνο οι συμβάσεις swap που αποκαλύφτηκαν πρόσφατα με την Goldman Sachs και άλλες 15 τράπεζες αποτελούν σκάνδαλα πρώτου μεγέθους, που μπροστά τους ωχριά το σκάνδαλο Siemens. Ταυτόχρονα θα έφερνε στη Βουλή νόμο, ο οποίος θα καταργούσε με αναδρομική ισχύ κάθε ασυλία για όλα τα πολιτικά πρόσωπα που διαχειρίστηκαν δημόσιο χρήμα με ποινή τη δήμευση της περιουσίας τους και φυλάκιση.
Όλα αυτά δεν θα ικανοποιούσαν μόνο το κοινό περί δικαίου αίσθημα, κάτι εντελώς απαραίτητο για μια πολιτική που θέλει να στηριχθεί στον ίδιο το λαό, αλλά θα στοιχειοθετούσαν και το έννομο δικαίωμα της χώρας έναντι της «διεθνούς κοινότητας» να μην πληρώσει τα χρέη που αποτελούν προϊόν ρεμούλας και κερδοσκοπίας.
Φυσικά η παύση πληρωμών είναι μόνο το πρώτο βήμα. Είναι ένα αμυντικό μέτρο για να διασωθούν οι τεράστιοι πόροι που πηγαίνουν στην αποπληρωμή των χρεών. Το πρόβλημα που προκύπτει αμέσως με την παύση πληρωμών είναι διπλό: Αφενός, τι πρέπει να γίνει για να θωρακιστεί η χώρα απέναντι τους εκβιασμούς και τις πιέσεις των αγορών, που είναι φυσικό να ενταθούν μπροστά στο ενδεχόμενο της παύσης πληρωμών. Αφετέρου, πώς πρέπει να αξιοποιηθούν οι πόροι που διεσώθησαν, αλλά και οι πόροι που διαθέτει συνολικά η ελληνική οικονομία και κοινωνία, έτσι ώστε να ορθοποδήσει η χώρα και ο λαός της και να μπει σε μια νέα τροχιά ορθολογικής ανάπτυξης προς όφελος των εργαζομένων και του τόπου.
Ως προς το πρώτο ζήτημα, η επίσημη προπαγάνδα ασκεί συστηματική τρομοκρατία, που πίσω της κρύβεται η απόλυτη ένδεια επιχειρημάτων. Επίσης, η διατεταγμένη δημοσιογραφία έχει φιμώσει κάθε άποψη που υποστηρίζει την παύση πληρωμών. Ενώ δυστυχώς και η επίσημη αριστερά δεν τολμά ούτε καν να θέσει το ζήτημα.
Η ελεγχόμενη «ενημέρωση» γνωρίζει πολύ καλά ότι οι πιέσεις και οι εκβιασμοί των αγορών μπορούν να πιάσουν μόνο όταν έχεις ένα πολιτικό σύστημα εντελώς σαθρό, υποτελές, διεφθαρμένο και επιρρεπές στο δοσιλογισμό. Όπου υπήρξαν κυβερνήσεις που τόλμησαν να υπερασπιστούν τις χώρες τους, ακόμη και σε συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες γι’ αυτές, οι αγορές και τα διεθνή όργανά τους ελάχιστα μπόρεσαν να κάνουν.
Για παράδειγμα η Αργεντινή, η οποία χρεωκόπησε επίσημα το 2001 μετά από μια δεκαετία κατά την οποία οι διεθνείς αγορές και τα όργανά τους την αποκαλούσαν «οικονομικό θαύμα». Αφού ανατράπηκε και εκδιώχθηκε κακήν κακώς ο πρόεδρος του «οικονομικού θαύματος» Κάρλος Μένεμ, ένα είδος δικού μας Σημίτη, ο οποίος οδήγησε τη χώρα στην υπερχρέωση και την καταστροφή, ήρθε ο Φερνάντο ντε λα Ρούα, κάτι σαν τον δικό μας Καραμανλή τζούνιορ, ο οποίος προσπάθησε να συνεχίσει την ίδια πολιτική. Έφτασε τη χώρα στο χείλος της χρεωκοπίας και ο λαός τον ανέτρεψε. Στη θέση του ήρθε ο κεντροαριστερός Εδουάρδο Ντουάμπλε, κάτι σαν τον δικό μας Γιώργο Παπανδρέου.
Ο Ντουάμπλε, αφού κατήγγειλε την προηγούμενη διεφθαρμένη διακυβέρνηση και δήλωσε ότι κινδυνεύει η εθνική κυριαρχία της χώρας του από τους διεθνείς δανειστές και κερδοσκόπους, κατέληξε ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος εκτός από την υπαγωγή της χώρας του στην κηδεμονία του ΔΝΤ. Μέσα σε λίγους μήνες η ανεργία έφτασε στα ύψη (πάνω από το 25%), η πείνα και η φτώχεια θέριζε, ενώ ακόμη και το ποσοστό θνησιμότητας του πληθυσμού αυξήθηκε. Για όλα αυτά ο Ντουάμπλε ήξερε μόνο να λέει: «Δεν θα ήμουν ειλικρινής αν σας έλεγα ότι είμαι ευτυχής με τον τρόπο που το ΔΝΤ μας έχει μεταχειριστεί.». Πονούσε κι αυτός για τα βάσανα του λαού του, όπως πονά και ο Γιώργος Παπανδρέου.
Ωστόσο, ο λαός της Αργεντινής δεν εκτίμησε καθόλου τα αισθήματά του και τον έριξε. Στην θέση του εκλέχτηκε ο Κιτσνέρ, ο οποίος το πρώτο πράγμα που έκανε, σεβόμενος τη θέληση του λαού και το συμφέρον της χώρας του, ήταν να ξαποστείλει το ΔΝΤ και τις θεραπείες του. Ακολούθησε πολιτική διαγραφής των χρεών της χώρας και προχώρησε σε εθνικοποιήσεις σημαντικών τομέων της οικονομίας προκειμένου να ξαναρχίσει η ανάπτυξη της χώρας.
Οι αγορές τιμώρησαν την Αργεντινή βαθμολογώντας την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας με το χειρότερο βαθμό. Παρ’ όλα αυτά η Αργεντινή στάθηκε στα πόδια της με τη δύναμη του λαού της, παρά και ενάντια στο ΔΝΤ, τις αγορές και τις θεραπείες τους.
Χρειάστηκε απλά ένας Κιτσνέρ να ενωθεί με το λαό και να προτάξει το συμφέρον της χώρας του, για να γλυτώσει η χώρα τα χειρότερα. Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι η Αργεντινή έχει λύσει τα προβλήματά της, ή ότι έχει ξεπεράσει ολοκληρωτικά τη χρεωκοπία της. Σημαίνουν απλά ότι η χρεωκοπημένη Αργεντινή και ο λαός της σήμερα είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από όλες τις άλλες χώρες που δέχτηκαν την κηδεμονία του ΔΝΤ, ενώ βρίσκεται σε καλύτερη θέση και από την Ελλάδα του «ισχυρού ευρώ».
Τι θα γίνει όμως αν αντιδρώντας στην παύση πληρωμών φύγουν όλα τα κεφάλαια; Τι θα γίνει αν οι τράπεζες αρχίζουν να εκβιάζουν; Τι θα γίνει αν η ΕΚΤ προκειμένου να προστατεύσει τις τράπεζες που κατέχουν τα πακέτα των ελληνικών ομολόγων, αρχίσει να πιέζει μέσα από τον περιορισμό της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας, μιας και είναι η μόνη που ελέγχει την ποσότητα έκδοσης του ευρώ; Τα ερωτήματα αυτά είναι απολύτως βάσιμα.
Γι’ αυτό και η παύση πληρωμών δεν έχει ουσιαστικά κανένα πρακτικό νόημα, αν δεν συνοδευτεί με ένα πακέτο άμεσων μέτρων θωράκισης της οικονομίας και της χώρας από τυχόν εκβιασμούς και πιέσεις. Αυτά τα μέτρα πρέπει να είναι τα εξής:
Πρώτο, η άμεση επιβολή ελέγχου στην κίνηση κεφαλαίου ώστε να σταματήσει η φυγή του στο εξωτερικό. Αυτό μπορεί να γίνει π.χ. επιβάλλοντας έναν αποτρεπτικό φόρο της τάξης του 80-90% για κάθε ευρώ που πηγαίνει σε καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, παράγωγα, κλπ., του εξωτερικού. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι τα ιδιωτικά κεφάλαια που έχουν επωφεληθεί από το κοινό νόμισμα και την ελευθερία κίνησης και βρίσκονται ήδη στο εξωτερικό ανέρχονταν στα τέλη του 2009 σε πάνω από 160 δις ευρώ. Αυτό πρέπει έτσι ή αλλιώς να σταματήσει γιατί αποτελεί τρομακτική πληγή για την ελληνική οικονομία.
Δεύτερο, η εθνικοποίηση των βασικών τραπεζών της χώρας, ώστε να χτυπηθεί αποφασιστικά το κύκλωμα χρηματοπιστωτικής αγυρτείας και τοκογλυφίας που πνίγει τη χώρα. Να λυτρωθούν νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις από την σαράφικη πρακτική των τραπεζών. Να διαγραφεί το μεγαλύτερο μέρος των χρεωγράφων που βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών με αποτέλεσμα να έχουν εκτινάξει την αξία του τραπεζικού ενεργητικού σε σχεδόν 2 φορές το ΑΕΠ της χώρας.
Τρίτο, η έξοδος της χώρας από το ευρώ και την ΟΝΕ. Κι αυτό γιατί το ευρώ είναι το μόνο αποτελεσματικό μέσο εκβιασμού και πίεσης της χώρας. Εκτός ευρώ όλες οι απειλές είναι μόνο λόγια. Κι όχι μόνο αυτό. Όσο η χώρα βρίσκεται μέσα στην ΟΝΕ είναι εκτεθειμένη στις επιδρομές της διεθνούς κερδοσκοπίας και λειτουργεί ως αναλώσιμο είδος για τα διευθυντήρια της Ευρωζώνης.
Φυσικά, η αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη σήμερα, θα πυροδοτήσει τέτοια κρίση στο ίδιο το ευρώ, θα πυροδοτήσει τέτοιες λαϊκές αντιδράσεις εναντίον του και στις άλλες χώρες της ευρωζώνης, που είναι πολύ πιθανό να δούμε την έκλειψή του. Αυτό φοβούνται και τα διευθυντήρια της ευρωζώνης.
Το μόνο που μπορεί να κάνουν οι αγορές απέναντι σε μια αποφασισμένη χώρα και έναν ακόμη πιο αποφασισμένο λαό, είναι να μηδενίσουν την πιστοληπτική του ικανότητα. Κι έτσι να μην μπορεί η χώρα να αντλήσει κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές ομολόγων. Όμως αυτό δεν αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα. Κι αυτό γιατί η συμμετοχή των κρατικών ελλειμμάτων στο δημόσιο δανεισμό κινείται λίγο πάνω από το 3%. Αυτό σημαίνει ότι, αν απαλλαγεί η χώρα από την εξυπηρέτηση των δανείων, οι πραγματικές δανειακές ανάγκες, ακόμη και με τα σημερινά δεδομένα, είναι ασήμαντες.
Θα πρέπει όμως και η παύση πληρωμών να συνοδευθεί από μια ριζικά διαφορετική αναπτυξιακή πορεία, η οποία δεν θα στηρίζεται σε κερδοσκόπους επενδυτές, σε κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες και μονοπώλια, αλλά στις άμεσες ανάγκες και το εισόδημα του εργαζόμενου.
Μόνο έτσι μπορεί να ορθοποδήσει η οικονομία, να ανασυγκροτηθεί σε παραγωγική βάση η εγχώρια αγορά και να οικοδομηθεί ένα ριζικά διαφορετικό κράτος από το σημερινό. Μόνο έτσι δεν θα χρειάζεται το δημόσιο να καταφύγει ξανά στη διεθνή κερδοσκοπία για δανεισμό.
Φυσικά τίποτε από όλα αυτά δεν έχει νόημα δίχως την κατάκτηση και την κατοχύρωση της δημοκρατίας στη χώρα. Κι αυτό σημαίνει την ανατροπή του υπάρχοντος διάτρητου και απόλυτα διεφθαρμένου συστήματος καλπονοθευτικής αναπαραγωγής ενός περιορισμένου και τυπικού κοινοβουλευτισμού που στηρίζει την απολυταρχία της εκάστοτε κυβέρνησης και των πατρώνων της.
Σημαίνει δηλαδή την εγκαθίδρυση της αληθινής κυριαρχίας του λαού, της λαοκρατίας, με την κατοχύρωση και τον σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας.
«Ελπίζουμε ότι αυτό θα καθησυχάσει όλους τους κατόχους των Ελληνικών ομολόγων ότι η ευρωζώνη δεν θα αφήσει την Ελλάδα να αποτύχει», όπως είπε ο Χέρμαν Βαν Ρομπέι αμέσως μετά τη Σύνοδο. Άλλωστε γι’ αυτούς δουλεύουν όλοι.
Η χώρα βαδίζει όπως έχει προκαθοριστεί από τις αγορές και τους κερδοσκόπους: από το κακό στο χειρότερο. Κάθε επιδείνωση της κατάστασης αποφέρει κέρδη δις ευρώ σε διεθνείς θεσμικούς και μη επενδυτές. Κι αυτό γιατί δεν έχουν επενδύσει στην μια και έξω χρεοκοπία της χώρας, αλλά στον αργό θάνατό της.
Όσο περισσότερο κρατήσει η επιθανάτια αγωνία, τόσο περισσότερο κερδίζουν από τα αυξημένα spread-επιτόκια, από τις επισφάλειες των ελληνικών ομολόγων, από τα κάθε είδους παράγωγα χρέους, από τα πιθανά swap και τις συμφωνίες πάνω και κάτω από το τραπέζι προκειμένου η χώρα να συνεχίσει να δανείζεται για να συνεχίσει απρόσκοπτα την εξυπηρέτηση των χρεών της.
Το ιδεώδες για τις αγορές θα ήταν να συνεχιστεί στο διηνεκές αυτή η κατάσταση.
Αυτό θέλουν να εγγυηθεί η κηδεμονία της χώρας από το ΕΕ και το ΔΝΤ.
Επιζητούν δηλαδή μια ελεγχόμενη πτώχευση σαν αυτή που επέβαλε το ΔΝΤ στην Ουρουγουάη το 2003, η οποία την μετέτρεψε σε μια από τις φτωχότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής, χωρίς να την γλυτώσει από το χρέος της.
Αυτός είναι ο μονόδρομος που υπηρετεί η κυβέρνηση. Είναι η χώρα υποχρεωμένη να τον ακολουθήσει; «Η πρώτη διαταγή των νόμων των είναι, να νομίζουν τους λόγους του τυράννου ως νόμους απαραβάτους», έγραφε για τα καθεστώτα της τυραννίας ο Ανώνυμος Έλληνας στην Ελληνική Νομαρχία.
Ωστόσο, μονόδρομοι δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν και «νόμοι απαράβατοι».
Ιδίως όταν η αναζήτηση μιας εναλλακτικής προοπτικής αποτελεί ζήτημα ζωής ή θανάτου για τη χώρα και το λαό της.
Το πρώτο βήμα μιας διαφορετικής πολιτικής θα ήταν να ανατραπεί το καθεστώς κηδεμονίας από την ΕΕ και το ΔΝΤ, που έχει σαν βασικό στόχο τη διαιώνιση της υπερχρέωσης προς όφελος των διεθνών κερδοσκόπων και δανειστών.
Δεν υπάρχει ούτε ένα παράδειγμα χώρας που να υποβλήθηκε σε καθεστώς κηδεμονίας για τα χρέη της και να βγήκε αλώβητη ή και ακέραια.
Όποιος ενδιαφέρεται ας δει την ιστορία των χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής, ιδίως της υποσαχάριας, όπου έδρασε για δεκαετίες το ΔΝΤ. Όπου επιβλήθηκε καθεστώς κηδεμονίας άφησε πίσω του ερείπια.
Δεύτερο, να προχωρήσει το ελληνικό κράτος σε άμεση παύση πληρωμών, ώστε να διασωθούν οι τεράστιοι πόροι που σήμερα πηγαίνουν σε πληρωμές δανείων.
Η παύση πληρωμών δεν ισοδυναμεί με κήρυξη πτώχευσης, όπως κηρύττει σκόπιμα η επίσημη προπαγάνδα.
Η πτώχευση μπορεί να σημάνει μια προσωρινή στάση πληρωμών, αλλά θέτει τη χώρα και το λαό της στη διάθεση και στο έλεος των δανειστών της.
Πτώχευση σημαίνει ότι μια χώρα δεν μπορεί να πληρώσει τους δανειστές της σε ρευστό και επιτρέπει να πληρωθούν σε είδος, κατάσχοντας και δημεύοντας τα περιουσιακά της στοιχεία.
Αντίθετα, μια χώρα προχωρά σε μονομερή παύση πληρωμών ακριβώς επειδή δεν θέλει να της επιβληθεί ή να αναγκαστεί από την αγορά να κηρύξει πτώχευση. Η μονομερής παύση πληρωμών θέτει σε πρώτη προτεραιότητα την ανάγκη να σταθεί η χώρα και ο λαός της στα πόδια τους, χωρίς τον φόρο αίματος στους δανειστές.
Για παράδειγμα στην περίπτωση της επίσημης πτώχευσης του ελληνικού κράτους το 1932 υπήρξε πράγματι προσωρινή παύση πληρωμών, αλλά η χώρα δεν γλύτωσε ούτε από τα χρέη της, ούτε από τους δανειστές της. Ακόμη και σήμερα συνεχίζει το ελληνικό κράτος να πληρώνει το διακυβερνητικό δάνειο με τις ΗΠΑ που συνάφθηκε το 1929! Κι ας έχει μεσολαβήσει επίσημο χρεωστάσιο της χώρας.
Στη διεθνή πρακτική έχουμε πολλές χώρες που κατά καιρούς αρνήθηκαν να πληρώσουν τους δανειστές τους, χωρίς να κηρύξουν πτώχευση.
Μάλιστα στο διεθνές δίκαιο υπάρχει πρόβλεψη για την μονομερή άρνηση μιας χώρας να πληρώσει τα χρέη της, όταν συντρέχουν τρεις λόγοι:
(α) Ο δανεισμός έγινε με ανήθικο και παράνομο τρόπο.
(β) Τα δάνεια δεν χρησιμοποιήθηκαν προς το συμφέρον του λαού και της χώρας.
(γ) Οι δανειστές γνώριζαν πολύ καλά ποιους δάνειζαν και για ποιο σκοπό.
Στη βάση αυτής της ρήτρας του διεθνούς δικαίου, που αποκαλείται odious debt ή απεχθές χρέος, αρνήθηκαν πολλές από τις νεοαπελευθερωμένες χώρες να πληρώσουν τα χρέη της αποικιοκρατίας, των δικτατορικών και βασιλικών καθεστώτων που ανατράπηκαν, αλλά και των διεφθαρμένων κυβερνήσεων.
Τελευταίο παράδειγμα είναι το Εκουαδόρ, το οποίο τον Δεκέμβρη του 2008 ανακοίνωσε πλήρη παύση πληρωμών, χωρίς να κηρύξει πτώχευση.
Ο πρόεδρος της χώρας Κορέα, αφού συγκρότησε μια διακομματική επιτροπή υπό τον γενικό εισαγγελέα της χώρας που εξέτασε το σύνολο των συμβάσεων δανεισμού της χώρας, ανακοίνωσε ότι το Εκουαδόρ δεν δεσμεύεται να πληρώσει ένα «ανήθικο και παράνομο» χρέος, που υπήρξε προϊόν ρεμούλας και κερδοσκοπίας σε βάρος του λαού του.
Απευθύνθηκε επίσης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, η οποία στάθηκε στο πλευρό της χώρας, αναγνωρίζοντας το δικαίωμά της να μην πληρώσει χρέη που δημιούργησαν οι προηγούμενες διεφθαρμένες κυβερνήσεις και έτσι δεν κουνήθηκε φύλλο εναντίον του Εκουαδόρ. Και μιλάμε για μια χώρα με πληθυσμό περί τα 13,6 εκατ. κατοίκους και με ΑΕΠ (2008) λίγο πάνω από το 16% του αντίστοιχου ΑΕΠ της Ελλάδας!
Για να προχωρήσει μια χώρα σε μονομερή παύση πληρωμών απαιτείται πρώτα και κύρια πολιτική βούληση. Απαιτείται υπεύθυνη κυβέρνηση που να προτάσσει πάνω απ’ όλα το καλό της χώρας και του λαού της. Φανταστείτε μόνο μια κυβέρνηση που αντί να αναζητά την «αποκατάσταση της αξιοπιστίας στις αγορές», βγαίνει και ζητά την συμπαράσταση, την μαχητική στήριξη του λαού για να προχωρήσει σε μονομερή παύση πληρωμών, ώστε να μην επιβάλει τα μέτρα λιτότητας και ασφυξίας που απαιτούν οι δανειστές και τα όργανά τους.
Φυσικά μια τέτοια κυβέρνηση θα προχωρούσε αμέσως στη δημιουργία μιας διακομματικής επιτροπής σε ισότιμη βάση, έστω υπό τον πρόεδρο της δημοκρατίας, η οποία θα είχε απεριόριστη δυνατότητα διερεύνησης όλων των συμβάσεων δανεισμού τουλάχιστον από την μεταπολίτευση έως σήμερα.
Υπάρχει έστω κι ένας που πιστεύει ότι οι συμβάσεις αυτές δεν κρύβουν ρεμούλες και ατασθαλίες άνευ προηγουμένου; Μόνο οι συμβάσεις swap που αποκαλύφτηκαν πρόσφατα με την Goldman Sachs και άλλες 15 τράπεζες αποτελούν σκάνδαλα πρώτου μεγέθους, που μπροστά τους ωχριά το σκάνδαλο Siemens. Ταυτόχρονα θα έφερνε στη Βουλή νόμο, ο οποίος θα καταργούσε με αναδρομική ισχύ κάθε ασυλία για όλα τα πολιτικά πρόσωπα που διαχειρίστηκαν δημόσιο χρήμα με ποινή τη δήμευση της περιουσίας τους και φυλάκιση.
Όλα αυτά δεν θα ικανοποιούσαν μόνο το κοινό περί δικαίου αίσθημα, κάτι εντελώς απαραίτητο για μια πολιτική που θέλει να στηριχθεί στον ίδιο το λαό, αλλά θα στοιχειοθετούσαν και το έννομο δικαίωμα της χώρας έναντι της «διεθνούς κοινότητας» να μην πληρώσει τα χρέη που αποτελούν προϊόν ρεμούλας και κερδοσκοπίας.
Φυσικά η παύση πληρωμών είναι μόνο το πρώτο βήμα. Είναι ένα αμυντικό μέτρο για να διασωθούν οι τεράστιοι πόροι που πηγαίνουν στην αποπληρωμή των χρεών. Το πρόβλημα που προκύπτει αμέσως με την παύση πληρωμών είναι διπλό: Αφενός, τι πρέπει να γίνει για να θωρακιστεί η χώρα απέναντι τους εκβιασμούς και τις πιέσεις των αγορών, που είναι φυσικό να ενταθούν μπροστά στο ενδεχόμενο της παύσης πληρωμών. Αφετέρου, πώς πρέπει να αξιοποιηθούν οι πόροι που διεσώθησαν, αλλά και οι πόροι που διαθέτει συνολικά η ελληνική οικονομία και κοινωνία, έτσι ώστε να ορθοποδήσει η χώρα και ο λαός της και να μπει σε μια νέα τροχιά ορθολογικής ανάπτυξης προς όφελος των εργαζομένων και του τόπου.
Ως προς το πρώτο ζήτημα, η επίσημη προπαγάνδα ασκεί συστηματική τρομοκρατία, που πίσω της κρύβεται η απόλυτη ένδεια επιχειρημάτων. Επίσης, η διατεταγμένη δημοσιογραφία έχει φιμώσει κάθε άποψη που υποστηρίζει την παύση πληρωμών. Ενώ δυστυχώς και η επίσημη αριστερά δεν τολμά ούτε καν να θέσει το ζήτημα.
Η ελεγχόμενη «ενημέρωση» γνωρίζει πολύ καλά ότι οι πιέσεις και οι εκβιασμοί των αγορών μπορούν να πιάσουν μόνο όταν έχεις ένα πολιτικό σύστημα εντελώς σαθρό, υποτελές, διεφθαρμένο και επιρρεπές στο δοσιλογισμό. Όπου υπήρξαν κυβερνήσεις που τόλμησαν να υπερασπιστούν τις χώρες τους, ακόμη και σε συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες γι’ αυτές, οι αγορές και τα διεθνή όργανά τους ελάχιστα μπόρεσαν να κάνουν.
Για παράδειγμα η Αργεντινή, η οποία χρεωκόπησε επίσημα το 2001 μετά από μια δεκαετία κατά την οποία οι διεθνείς αγορές και τα όργανά τους την αποκαλούσαν «οικονομικό θαύμα». Αφού ανατράπηκε και εκδιώχθηκε κακήν κακώς ο πρόεδρος του «οικονομικού θαύματος» Κάρλος Μένεμ, ένα είδος δικού μας Σημίτη, ο οποίος οδήγησε τη χώρα στην υπερχρέωση και την καταστροφή, ήρθε ο Φερνάντο ντε λα Ρούα, κάτι σαν τον δικό μας Καραμανλή τζούνιορ, ο οποίος προσπάθησε να συνεχίσει την ίδια πολιτική. Έφτασε τη χώρα στο χείλος της χρεωκοπίας και ο λαός τον ανέτρεψε. Στη θέση του ήρθε ο κεντροαριστερός Εδουάρδο Ντουάμπλε, κάτι σαν τον δικό μας Γιώργο Παπανδρέου.
Ο Ντουάμπλε, αφού κατήγγειλε την προηγούμενη διεφθαρμένη διακυβέρνηση και δήλωσε ότι κινδυνεύει η εθνική κυριαρχία της χώρας του από τους διεθνείς δανειστές και κερδοσκόπους, κατέληξε ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος εκτός από την υπαγωγή της χώρας του στην κηδεμονία του ΔΝΤ. Μέσα σε λίγους μήνες η ανεργία έφτασε στα ύψη (πάνω από το 25%), η πείνα και η φτώχεια θέριζε, ενώ ακόμη και το ποσοστό θνησιμότητας του πληθυσμού αυξήθηκε. Για όλα αυτά ο Ντουάμπλε ήξερε μόνο να λέει: «Δεν θα ήμουν ειλικρινής αν σας έλεγα ότι είμαι ευτυχής με τον τρόπο που το ΔΝΤ μας έχει μεταχειριστεί.». Πονούσε κι αυτός για τα βάσανα του λαού του, όπως πονά και ο Γιώργος Παπανδρέου.
Ωστόσο, ο λαός της Αργεντινής δεν εκτίμησε καθόλου τα αισθήματά του και τον έριξε. Στην θέση του εκλέχτηκε ο Κιτσνέρ, ο οποίος το πρώτο πράγμα που έκανε, σεβόμενος τη θέληση του λαού και το συμφέρον της χώρας του, ήταν να ξαποστείλει το ΔΝΤ και τις θεραπείες του. Ακολούθησε πολιτική διαγραφής των χρεών της χώρας και προχώρησε σε εθνικοποιήσεις σημαντικών τομέων της οικονομίας προκειμένου να ξαναρχίσει η ανάπτυξη της χώρας.
Οι αγορές τιμώρησαν την Αργεντινή βαθμολογώντας την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας με το χειρότερο βαθμό. Παρ’ όλα αυτά η Αργεντινή στάθηκε στα πόδια της με τη δύναμη του λαού της, παρά και ενάντια στο ΔΝΤ, τις αγορές και τις θεραπείες τους.
Χρειάστηκε απλά ένας Κιτσνέρ να ενωθεί με το λαό και να προτάξει το συμφέρον της χώρας του, για να γλυτώσει η χώρα τα χειρότερα. Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι η Αργεντινή έχει λύσει τα προβλήματά της, ή ότι έχει ξεπεράσει ολοκληρωτικά τη χρεωκοπία της. Σημαίνουν απλά ότι η χρεωκοπημένη Αργεντινή και ο λαός της σήμερα είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από όλες τις άλλες χώρες που δέχτηκαν την κηδεμονία του ΔΝΤ, ενώ βρίσκεται σε καλύτερη θέση και από την Ελλάδα του «ισχυρού ευρώ».
Τι θα γίνει όμως αν αντιδρώντας στην παύση πληρωμών φύγουν όλα τα κεφάλαια; Τι θα γίνει αν οι τράπεζες αρχίζουν να εκβιάζουν; Τι θα γίνει αν η ΕΚΤ προκειμένου να προστατεύσει τις τράπεζες που κατέχουν τα πακέτα των ελληνικών ομολόγων, αρχίσει να πιέζει μέσα από τον περιορισμό της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας, μιας και είναι η μόνη που ελέγχει την ποσότητα έκδοσης του ευρώ; Τα ερωτήματα αυτά είναι απολύτως βάσιμα.
Γι’ αυτό και η παύση πληρωμών δεν έχει ουσιαστικά κανένα πρακτικό νόημα, αν δεν συνοδευτεί με ένα πακέτο άμεσων μέτρων θωράκισης της οικονομίας και της χώρας από τυχόν εκβιασμούς και πιέσεις. Αυτά τα μέτρα πρέπει να είναι τα εξής:
Πρώτο, η άμεση επιβολή ελέγχου στην κίνηση κεφαλαίου ώστε να σταματήσει η φυγή του στο εξωτερικό. Αυτό μπορεί να γίνει π.χ. επιβάλλοντας έναν αποτρεπτικό φόρο της τάξης του 80-90% για κάθε ευρώ που πηγαίνει σε καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, παράγωγα, κλπ., του εξωτερικού. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι τα ιδιωτικά κεφάλαια που έχουν επωφεληθεί από το κοινό νόμισμα και την ελευθερία κίνησης και βρίσκονται ήδη στο εξωτερικό ανέρχονταν στα τέλη του 2009 σε πάνω από 160 δις ευρώ. Αυτό πρέπει έτσι ή αλλιώς να σταματήσει γιατί αποτελεί τρομακτική πληγή για την ελληνική οικονομία.
Δεύτερο, η εθνικοποίηση των βασικών τραπεζών της χώρας, ώστε να χτυπηθεί αποφασιστικά το κύκλωμα χρηματοπιστωτικής αγυρτείας και τοκογλυφίας που πνίγει τη χώρα. Να λυτρωθούν νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις από την σαράφικη πρακτική των τραπεζών. Να διαγραφεί το μεγαλύτερο μέρος των χρεωγράφων που βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών με αποτέλεσμα να έχουν εκτινάξει την αξία του τραπεζικού ενεργητικού σε σχεδόν 2 φορές το ΑΕΠ της χώρας.
Τρίτο, η έξοδος της χώρας από το ευρώ και την ΟΝΕ. Κι αυτό γιατί το ευρώ είναι το μόνο αποτελεσματικό μέσο εκβιασμού και πίεσης της χώρας. Εκτός ευρώ όλες οι απειλές είναι μόνο λόγια. Κι όχι μόνο αυτό. Όσο η χώρα βρίσκεται μέσα στην ΟΝΕ είναι εκτεθειμένη στις επιδρομές της διεθνούς κερδοσκοπίας και λειτουργεί ως αναλώσιμο είδος για τα διευθυντήρια της Ευρωζώνης.
Φυσικά, η αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη σήμερα, θα πυροδοτήσει τέτοια κρίση στο ίδιο το ευρώ, θα πυροδοτήσει τέτοιες λαϊκές αντιδράσεις εναντίον του και στις άλλες χώρες της ευρωζώνης, που είναι πολύ πιθανό να δούμε την έκλειψή του. Αυτό φοβούνται και τα διευθυντήρια της ευρωζώνης.
Το μόνο που μπορεί να κάνουν οι αγορές απέναντι σε μια αποφασισμένη χώρα και έναν ακόμη πιο αποφασισμένο λαό, είναι να μηδενίσουν την πιστοληπτική του ικανότητα. Κι έτσι να μην μπορεί η χώρα να αντλήσει κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές ομολόγων. Όμως αυτό δεν αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα. Κι αυτό γιατί η συμμετοχή των κρατικών ελλειμμάτων στο δημόσιο δανεισμό κινείται λίγο πάνω από το 3%. Αυτό σημαίνει ότι, αν απαλλαγεί η χώρα από την εξυπηρέτηση των δανείων, οι πραγματικές δανειακές ανάγκες, ακόμη και με τα σημερινά δεδομένα, είναι ασήμαντες.
Θα πρέπει όμως και η παύση πληρωμών να συνοδευθεί από μια ριζικά διαφορετική αναπτυξιακή πορεία, η οποία δεν θα στηρίζεται σε κερδοσκόπους επενδυτές, σε κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες και μονοπώλια, αλλά στις άμεσες ανάγκες και το εισόδημα του εργαζόμενου.
Μόνο έτσι μπορεί να ορθοποδήσει η οικονομία, να ανασυγκροτηθεί σε παραγωγική βάση η εγχώρια αγορά και να οικοδομηθεί ένα ριζικά διαφορετικό κράτος από το σημερινό. Μόνο έτσι δεν θα χρειάζεται το δημόσιο να καταφύγει ξανά στη διεθνή κερδοσκοπία για δανεισμό.
Φυσικά τίποτε από όλα αυτά δεν έχει νόημα δίχως την κατάκτηση και την κατοχύρωση της δημοκρατίας στη χώρα. Κι αυτό σημαίνει την ανατροπή του υπάρχοντος διάτρητου και απόλυτα διεφθαρμένου συστήματος καλπονοθευτικής αναπαραγωγής ενός περιορισμένου και τυπικού κοινοβουλευτισμού που στηρίζει την απολυταρχία της εκάστοτε κυβέρνησης και των πατρώνων της.
Σημαίνει δηλαδή την εγκαθίδρυση της αληθινής κυριαρχίας του λαού, της λαοκρατίας, με την κατοχύρωση και τον σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας.
http://toixo-toixo.blogspot.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχολιάστε ότι διαβάζετε και βοηθήστε το κουνάβι να μάθει περισσότερα για το τι προτιμάτε να διαβάζετε!