Δεν υπάρχει περίπτωση. Ακόμα και ο τυχαίος, ο περαστικός. Ηλικίας από 15 μέχρι 105 ετών. Οταν ακούσει ότι θα βρεθώ σε κάποιο μεγάλο κινηματογραφικό φεστιβάλ, δεν υπάρχει περίπτωση να μη με ρωτήσει με αγωνία. Σχεδόν με τη γλώσσα να ξερογλείφει τα διψασμένα χείλη του: «Θα είναι εκεί και η Μόνικα Μπελούτσι;».

Το θυμάμαι σαν τώρα. Πριν από τέσσερα χρόνια. Φίλος και συνεργάτης σε πρωινή ραδιοφωνική εκπομπή να με εκλιπαρεί γονυπετής: «Σε παρακαλώ, ζήτησέ της για λογαριασμό όλων των αρσενικών να σου επιτρέψει να χωθείς μέσα στα πλούσια ελέη της. Ετσι, να ευλογηθούμε όλοι μισή τζούρα».




ΤΑ ΜΠΑΛΚΟΝΙΑ

Και πράγματι την είδα. Στο Φεστιβάλ των Καννών, με αφορμή μια δραματική, ψυχολογική μπούρδα. Με τίτλο «Ne Te Retourne» («Μην κοιτάς πίσω»). Με παρτενέρ τη Σοφί Μαρσό. Η σύγκριση σαν Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με Αστέρα Αμαλιάδας. Φυσικά η Μόνικα είναι η Μάντσεστερ. Και εγώ όλη την ώρα να μαδάω τη μαργαρίτα. Να το πω ή να μην το πω; Κάπου στη μέση τόλμησα και το είπα. Οχι «βυζιά», αλλά «αγκαλιά». Σας ορκίζομαι. Το είπα: «Ενας φίλος μού ζήτησε για λογαριασμό όλων των Ελλήνων να χωθώ στην αγκαλιά σας». Εκείνη, χωρίς να χάσει μισό δράμι από την ψυχραιμία της. Με νωχελικότητα θεάς. Εκείνη λοιπόν μου είπε, έτσι στην ψύχρα: «Κι εγώ τι είμαι; Η μαμά σου;». Τόμπολα!

Σας το λέω. Αυτό το θηλυκό, εντελώς χαρισματικό. Εύστροφο. Συγκροτημένο. Μορφωμένο. Οργανωμένο. Killer. Με πρόσωπο διπλό. Αγγελικό και διεστραμμένο. Και τρισδιάστατη κορμάρα. Δεν της λείπει τίποτα. Μόνο ερμηνευτικό ταλέντο. Who cares? Λεπτομέρειες. Η ίδια το ξέρει. Εχει αυτογνωσία. Και γι’ αυτό μου είπε: «Η ερμηνεία δεν είναι ζήτημα γλώσσας. Παράδειγμα, η Χόλι Χάντερ που κέρδισε το Οσκαρ (σ.σ.: για την ερμηνεία της στα “Μαθήματα Πιάνου”)». Και συνέχισε. Κρατηθείτε. «Πρώτα απ’ όλα, προσέχω το σώμα μου, τα χείλη μου, το πρόσωπό μου, τα χέρια μου, τα πόδια μου. Να μην κοροϊδευόμαστε. Το Σινεμά είναι οφθαλμαπάτη. Ο πιο άσχημος μπορεί να μεταμορφωθεί σε κούκλο. Μπλόφα. Οπως τα παραμύθια της γιαγιάς». Την κοιτούσα με τον θαυμασμό ανθρώπου της Σιβηρίας όταν αντικρίζει τον καταγάλανο ουρανό και τον ήλιο της Μεσογείου. Επιδερμίδα να σκάει από σφιχτή σάρκα. Πρόσωπο λείο, κατάλευκο, περιποιημένο. Αν έχει κάνει λίφτινγκ, τότε ο δικός της Φουστάνος είναι γλύπτης. Από κοντά και από απόσταση αναπνοής ίδια όπως στην οθόνη. Με κάπως λιγότερα κιλά και κάπως μικρότερα μπαλκόνια. Αυτά ντε που όταν τα βλέπουμε, ξερογλειφόμαστε και μ’ αυτά φαντασιωνόμαστε.



ΑΠΟ ΤΗ ΝΟΜΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΑΣΑΡΕΛΑ

Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος μύθου αρχίζει στις 30 Σεπτεμβρίου του 1964. Στη μικρή ιταλική πόλη του Καστέλο. «Μωρέ, τι κουκλί είναι αυτό!» αναφώνησαν με ένα στόμα αμφότεροι οι γονείς. Ο Λουίτζι και η Μαρία Μπελούτσι. Ονομα σαν τίτλος ευγενείας. Από το λατινικό «bellutus». 

Οσο μεγάλωνε το «κουκλί» τόσο ακολουθούσαν από πίσω της δεκάδες αρσενικοί. «Δεν έδινα μεγάλη σημασία. Το μυαλό μου ήταν καρφωμένο στις σπουδές μου»!

Την πιστεύετε; Πάντως η κουκλάρα καταφέρνει να δρασκελίσει το κατώφλι της Νομικής του Πανεπιστημίου της Περούτζια. Σκέψου δηλαδή σήμερα να ήταν δικηγορίνα. Χαμός στην Ευελπίδων. Τέλος πάντων.
«Από μικρή ήμουν ανεξάρτητη. Εκανα το αντίθετο απ’ αυτό που έλεγαν οι γονείς μου. “Πώς είσαι έτσι ντυμένη, Μόνικα! Αλλαξε φούστα”. Εγώ όμως δεν την άλλαζα».

Η ανεξαρτησία πληρώθηκε με το modeling. Μακάρι να μπορούσαν να το κάνουν όλες. Πού τέτοια τύχη. Η Μόνικα λοιπόν «πουλάει» τα προσόντα της στην πασαρέλα. «Ετσι αρχίζω να βγάζω τα δικά μου λεφτά κι έτσι κερδίζω την ελευθερία μου». Η συνέχεια εντελώς φυσιολογική. Οι ατζέντηδες. Το οφθαλμόλουτρο των ατζέντηδων. Οι πρώτες τηλεοπτικές και οι πρώτες ασήμαντες κινηματογραφικές εμφανίσεις. Ωσπου το 1991 κάποιος από τους casting directors (διανομείς ρόλων) σφυρίζει στο αφτί του Φράνσις Φορντ Κόπολα το όνομα «Monica Bellucci». Με το σχόλιο: «Francis, the Italian woman is a volcano (σ.σ.: “H Ιταλίδα είναι ηφαίστειο”)». Ο Κόπολα είχε στα σκαριά την αυθεντική ιστορία του «Δράκουλα» με τον Γκάρι Ολντμαν. Ο οποίος σε κάποια σκηνή παίρνει μάτι δική του δρακουλίνα να τα δίνει όλα σε τζιβιτζιλίδικο αχαλίνωτο γλέντι. «Μόνικα, είσαι να κάνεις τη δρακουλίνα;». «Είμαι». Αυτό που με την πρώτη αντιλήφθηκε ο Κόπολα, το ίδιο ακριβώς αντιληφθήκαμε όλοι. Καλύτερα να δείχνει τα προσόντα της παρά να ανοίγει το στόμα της. Σωστό. Ετσι, με το μοτίβο «the Body, not the words, nor the acting», εκτοξεύεται στην πρώτη θέση. Με όχημα έναν αόρατο ανελκυστήρα που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα σαν γιγάντιος φαλλός που τη σπρώχνει από τα υπόγεια στο ρετιρέ του ουρανοξύστη.



ΜΑΖΙ ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΑΙ ΧΩΡΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ

Μέσα σε μία δεκαετία τα κάνει όλα. Μα όλα. Κάπου εκεί πέφτει πάνω στον Βενσάν Κασέλ. Τον τύπαρο της γαλλικής οθόνης. Το τι επακολουθεί, αδύνατον να το φανταστούμε. Ούτε στην πιο hard core πορνογραφία. Το 1999 παντρεύονται. Το 2004 προκύπτει η πρώτη κορούλα και το 2010 η δεύτερη. Παρ’ όλα αυτά, η ανεξαρτησία, ανεξαρτησία. «Συνήθως εγώ μένω στο διαμέρισμά μου στη Ρώμη ή στο Λονδίνο κι εκείνος στο Παρίσι. Ετσι διατηρούμε τον γάμο μας. Ετσι δοκιμάζουμε τη σχέση μας. Είμαστε μαζί επειδή το θέλουμε και όχι επειδή πρέπει. Αισθανόμαστε την ανάγκη να είμαστε μαζί. Εστω σαν ιδέα. Η ιδέα της πληρότητας. Ρισκάρουμε; Ρισκάρουμε. Αυτός με τους φίλους του, εγώ με τους δικούς μου. Αν είναι να φύγεις, θα φύγεις. Τίποτα δεν μπορεί να σε κρατήσει. Εκτός κι αν είσαι εξαρτημένη από το πορτοφόλι του άντρα. Μεγάλη ανοησία».



ΜΑ ΠΩΣ ΤΟΛΜΑΕΙ ΚΑΙ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΕΤΣΙ;

Ενδιαμέσως όλων αυτών, δύο ιστορίες την καρφώνουν στην πρώτη θέση των Most Sexiest Woman of All Times. Η πρώτη, το «Malena». Οπου ο Τζουζέπε Τορνατόρε (ο σκηνοθέτης φυσικά) ακολουθεί κατά γράμμα τη συμβουλή του Κόπολα. Η Μόνικα να περιφέρει τα ατελείωτα, τα θεϊκά κάλλη της. Ο αρσενικός πληθυσμός κάποιου ιταλικού, προπολεμικού χωριού επιδίδεται σε οφθαλμόλουτρο. Τα πάντα, από το χώμα μέχρι τα μυρμήγκια, στο πέρασμά της βράζουν, ιδρώνουν, βογκάνε, αλλά εκείνη ως ατάραχη χήρα σουλατσάρει ανερυθρίαστα και μαζοχιστικά ανάμεσα σε όλα αυτά τα θύματα.

Η δεύτερη ιστορία, το «Irreversible» («Μη αναστρέψιμος») του Γκασπάρ Νοέ μεταμορφώνει την αίθουσα σε κολαστήριο. Εκεί ήταν που κάποιος Γάλλος πέφτει πάνω της και αφήνοντας το κτήνος ελεύθερο από μέσα του επιδίδεται σε αλλεπάλληλο βιασμό, τόσο από μπροστά όσο και από πίσω. Με τα δικά της λόγια: «Μια γυναίκα στη διάρκεια της προβολής σηκώθηκε ουρλιάζοντας: “Μα πώς τολμάει να εμφανίζεται έτσι!”. Τι να πω στην κυρία. Ζούμε σ’ έναν κόσμο σεξιστικό. Αυτό πουλάει. Ομως έχω πλήρη συνείδηση της πραγματικότητας. Η ομορφιά είναι περαστική... Κάθε γυναίκα πρέπει να προσέχει την προσωπικότητά της. Ανεξάρτητη, ελεύθερη, έξυπνη, ανήσυχη, μάχιμη. Ο θάνατος είναι αναπόφευκτος. Ας σκοτώσουμε την ανασφάλειά μας. Ετσι θα χαίρεσαι και θα ευγνωμονείς κάθε λεπτό της ύπαρξής σου».

Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε. Γιατί είναι εύκολο να τα λες όλα αυτά όταν είσαι η Μόνικα Μπελούτσι! 








protothema.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχολιάστε ότι διαβάζετε και βοηθήστε το κουνάβι να μάθει περισσότερα για το τι προτιμάτε να διαβάζετε!

 
Top