Δεν ήταν γενικά άσχημη χρονιά το 2011 για τον «Σκωτσέζο», ωστόσο οι οινοπνευματοποιοί της Σκωτίας δεν μπορούν να επαναπαύονται στις δάφνες τους, καθώς ο ανταγωνισμός έρχεται ακόμα και από τα πιο απρόβλεπτα και απομακρυσμένα μέρη.
Tο ουίσκι έρχεται πολύ φυσικά στο μυαλό όλων τις ημέρες των γιορτών, καθώς η κατανάλωσή του ανεβαίνει κατακόρυφα. Για τους περισσότερους φυσικά, το ουίσκι είναι ταυτόσημο με τη Σκωτία και οι σκωτσέζικες εξαγωγές του πρώτου 6μήνου του 2011 που έφτασαν τα 570 εκατομμύρια μπουκάλια, το επιβεβαιώνουν. Ωστόσο, η «αντιγραφή» της πατέντας του σκωτσέζικου ουίσκι από πολλούς επίδοξους ανταγωνιστές του κρατάει τους βασικούς παραγωγούς του σε εγρήγορση.
Φυσικά, η μίμηση είναι η πιο ειλικρινής μορφή κολακείας και υπάρχουν δεκάδες παραδείγματα χωρών, από τη μία άκρη του πλανήτη ως την άλλη, που μιμούνται το αυθεντικό scotch whisky και είναι περήφανοι για το αποτέλεσμα, χωρίς να διεκδικούν δάφνες πρωτοτυπίας. Η guardian παρουσίασε τους σημαντικότερους από αυτούς.
Ιαπωνία
Οι Ιάπωνες έχουν μακρά παράδοση μίμησης της παραγωγής αλλά και απόλαυσης του σκωτσέζικου ουίσκι, γι’ αυτό και ξεκινάμε την «περιήγησή» μας από την Osaka. Το αποστακτήριο Yamazaki ιδρύθηκε το 1923 από τον Shinjiro Torii, μετά από μια εξαντλητική αποστολή για τη μελέτη όλης της διαδικασίας της παραγωγής στη Σκωτία από το συνεργάτη του Masataka Taketsuru.
Οι αποστακτήρες είναι φτιαγμένοι στη Σκωτία, ενώ η επίσης εισαγόμενη τύρφη (ποάνθρακας) χαρίζει την ιδιαιτερότητα στη γεύση. Το τελικό αποτέλεσμα, το Suntory 12 ετών, είναι ένα -μελί χρώματος- ουίσκι, που σχεδόν ταυτίζεται γευστικά με τα «αδέρφια» του εκ Σκωτίας. Θα μπορούσε κάλλιστα να πείσει έναν λάτρη του είδους ότι πρόκειται για αληθινό «σκωτσέζο».
Ινδία
Τυπικό παράδειγμα ινδικού ουίσκι είναι το Amrut’s Fusion single malt, αποσταγμένο στην Bangalore από μία επιμειξία ινδικού και σκωτσέζικου κριθαριού.
Η προσπάθεια να έρθει όσο πιο κοντά γίνεται στο πρωτότυπο αφορά τόσο το όνομα του οινοπνευματοποιείου (όπως η λέξη whiskey προέρχεται από τα γαελικά και σημαίνει «νερό της ζωής», έτσι και η λέξη amrut στα χίντι είναι αναφορά στην «αιώνια ζωή»), όσο και την τοποθεσία, που είναι σε υψόμετρο 3.000 μέτρων πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, για να μοιάζει περισσότερο στο σκωτσέζικο κλίμα.
Φυσικά οι εξασφαλισμένα χαμηλές θερμοκρασίες της Σκωτίας δεν είναι το ίδιο εξασφαλισμένες εδώ, άρα και ο ρυθμός με τον οποίο ωριμάζει το ακατέργαστο οινόπνευμα, για να αναδυθεί μέσα από τα ξύλινα τοιχώματα του βαρελιού, είναι αρκετά πιο γρήγορος. Αυτό σημαίνει απλούστατα πως το ουίσκι είναι έτοιμο και εμφιαλωμένο μέσα σε λίγες μόλις εβδομάδες και ταυτόχρονα, με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται οποιαδήποτε αναφορά σε «ηλικίες».
Η έλλειψη «παλαιότητας» δε φαίνεται να απογοήτευσε κανέναν. Tο αποστακτήριο λειτουργεί από το 1948 και το προϊόν του δεν «φωνάζει» γευστικά κανενός είδους ανωριμότητα. Με περιεκτικότητα σε αλκοόλ στο 50%, είναι μεθυστικό μέσα στο κεχριμπαρένιο χρώμα του και «γεμάτο» μέσα στη σταρένια γεύση του.
Ταϊβάν
Οι εκ Ταϊβάν ορμώμενοι παραγωγοί είναι νέοι στην υπόθεση «παραγωγή ουίσκι», συγκρινόμενοι με τους Ιάπωνες και τους Ινδούς συναδέλφους τους. Κερδίζουν όμως, σε ζέση και ενθουσιασμό. Με εξοπλισμό φτιαγμένο στη Σκωτία, το οινοπνευματοποιείο Kavalan παράγει 6 εκατομμύρια περίπου λίτρα ουίσκι το χρόνο. Όπως και στην Bangalore, η θερμοκρασία του περιβάλλοντος ευνοεί τη γρήγορη ωρίμανση. Η γεύση του ακροβατεί μεταξύ ιδεών φρούτου και πικρής σοκολάτας, ενώ το κεχριμπαρένιο χρώμα του σε κερδίζει από την αρχή.
Αποτελεί αναμφίβολα μία από τις εκπλήξεις στην κατηγορία του –η σκέψη ότι 5 χρόνια απόσταξης και 2 ωρίμανσης μπορούν να παραγάγουν τέτοιο αποτέλεσμα αμφισβητεί και εδώ το αξίωμα ότι το ουίσκι για να είναι αξιόλογο πρέπει να είναι «παλιό». Δυστυχώς για τους Ευρωπαίους καταναλωτές, το Kavalan, όπως και πολλά υψηλής ποιότητας ουίσκι, μπορεί να βρεθεί μονάχα στα αεροδρόμια και συγκεκριμένα στα duty free shops.
Ολλανδία
Εάν η Ολλανδία δεν είναι ακριβώς η πρώτη χώρα που σας έρχεται στο μυαλό όταν αναφέρεστε στην παραγωγή ουίσκι, δεν είστε οι μόνοι. Οι Fred και Patrick van Zuidam έβαλαν μπροστά την παραγωγή του «νερού της ζωής» στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και αποστάζουν ουίσκι ήδη από το 1998.
Είναι ιδιαίτερα περήφανοι για την ιδιαίτερη «βιοτεχνική» προσέγγισή τους με τις μικρές παρτίδες και εμφιαλώνουν μόλις 20.000 λίτρα το χρόνο. Το Millstone έχει ένα πολύ ιδιαίτερο και απαλό χρώμα και μια σταρένια γεύση που τονίζεται από μια υποψία μάραθου.
Ουαλία
Γεωγραφικά εγγύτερα στην «πηγή» βρίσκεται το αποστακτήριο του Penderyn στο Brecon Beacons, στα βόρεια του Cardiff. Με τη χρήση ενός καινοτόμου αποστακτήρα Faraday (που λειτουργεί έτσι), το αποστακτήριο παράγει ουίσκι ήδη από το 2000. Στο δροσερό ουαλικό κλίμα, η ωρίμανση των «πνευμάτων» θέλει χρόνο και υπομονή.
Το malt Welsh Gold ωριμάζει μέσα σε βαρέλια Madeira casks, γεγονός που προσθέτει μια γλυκύτητα στο τελικό αποτέλεσμα, ενώ υπάρχει και το μέρος της διαδικασίας όπου τα σιτηρά βυθίζονται σε αποξηραμένα φρούτα. Αντί να χρησιμοποιούν αποξηραμένο κριθάρι, το ουίσκι «ολοκληρώνεται» σε παλιά βαρέλια Islay και έχει γευστικές πινελιές τσουκνίδας, κοκκινοπίπερου και ελληνικού μελιού.
Αγγλία
Η English Whiskey Company είναι η πρώτη τέτοια εταιρεία στην Αγγλία εδώ και έναν αιώνα. Η απόσταξη ξεκίνησε το 2006 υπό το άγρυπνο βλέμμα του Iain Henderson. Αποκαλούν κάθε ξεχωριστό πείραμα - αποτέλεσμα της διαδικασίας παραγωγής του ουίσκι ένα ξεχωριστό «κεφάλαιο», κάτι που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον μιας και μπορείς να γευτείς κάθε «chapter» και να παρακολουθήσεις γευστικά την εξέλιξη του συγκεκριμένου παραγωγικού project.
Για παράδειγμα, το Chapter 6 είναι γευστικά χλοώδες και φρέσκο, ενώ το Chapter 9 πολύ πιο περίπλοκο με γευστικές νότες λουκάνικου(!) και μπάρμπεκιου, που ταυτόχρονα όμως σου αφήνει μια μελένια γλυκύτητα στο τέλος.
Τι θα κάνετε λοιπόν, από εδώ και στο εξής; Θα επιμείνετε στο κλασικό «αγαπημένο» ή θα αδράξετε την ευκαιρία για να δοκιμάσετε κάτι νέο και διαφορετικό;
ΠΗΓΗ
Tο ουίσκι έρχεται πολύ φυσικά στο μυαλό όλων τις ημέρες των γιορτών, καθώς η κατανάλωσή του ανεβαίνει κατακόρυφα. Για τους περισσότερους φυσικά, το ουίσκι είναι ταυτόσημο με τη Σκωτία και οι σκωτσέζικες εξαγωγές του πρώτου 6μήνου του 2011 που έφτασαν τα 570 εκατομμύρια μπουκάλια, το επιβεβαιώνουν. Ωστόσο, η «αντιγραφή» της πατέντας του σκωτσέζικου ουίσκι από πολλούς επίδοξους ανταγωνιστές του κρατάει τους βασικούς παραγωγούς του σε εγρήγορση.
Φυσικά, η μίμηση είναι η πιο ειλικρινής μορφή κολακείας και υπάρχουν δεκάδες παραδείγματα χωρών, από τη μία άκρη του πλανήτη ως την άλλη, που μιμούνται το αυθεντικό scotch whisky και είναι περήφανοι για το αποτέλεσμα, χωρίς να διεκδικούν δάφνες πρωτοτυπίας. Η guardian παρουσίασε τους σημαντικότερους από αυτούς.
Ιαπωνία
Οι Ιάπωνες έχουν μακρά παράδοση μίμησης της παραγωγής αλλά και απόλαυσης του σκωτσέζικου ουίσκι, γι’ αυτό και ξεκινάμε την «περιήγησή» μας από την Osaka. Το αποστακτήριο Yamazaki ιδρύθηκε το 1923 από τον Shinjiro Torii, μετά από μια εξαντλητική αποστολή για τη μελέτη όλης της διαδικασίας της παραγωγής στη Σκωτία από το συνεργάτη του Masataka Taketsuru.
Οι αποστακτήρες είναι φτιαγμένοι στη Σκωτία, ενώ η επίσης εισαγόμενη τύρφη (ποάνθρακας) χαρίζει την ιδιαιτερότητα στη γεύση. Το τελικό αποτέλεσμα, το Suntory 12 ετών, είναι ένα -μελί χρώματος- ουίσκι, που σχεδόν ταυτίζεται γευστικά με τα «αδέρφια» του εκ Σκωτίας. Θα μπορούσε κάλλιστα να πείσει έναν λάτρη του είδους ότι πρόκειται για αληθινό «σκωτσέζο».
Τυπικό παράδειγμα ινδικού ουίσκι είναι το Amrut’s Fusion single malt, αποσταγμένο στην Bangalore από μία επιμειξία ινδικού και σκωτσέζικου κριθαριού.
Η προσπάθεια να έρθει όσο πιο κοντά γίνεται στο πρωτότυπο αφορά τόσο το όνομα του οινοπνευματοποιείου (όπως η λέξη whiskey προέρχεται από τα γαελικά και σημαίνει «νερό της ζωής», έτσι και η λέξη amrut στα χίντι είναι αναφορά στην «αιώνια ζωή»), όσο και την τοποθεσία, που είναι σε υψόμετρο 3.000 μέτρων πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, για να μοιάζει περισσότερο στο σκωτσέζικο κλίμα.
Φυσικά οι εξασφαλισμένα χαμηλές θερμοκρασίες της Σκωτίας δεν είναι το ίδιο εξασφαλισμένες εδώ, άρα και ο ρυθμός με τον οποίο ωριμάζει το ακατέργαστο οινόπνευμα, για να αναδυθεί μέσα από τα ξύλινα τοιχώματα του βαρελιού, είναι αρκετά πιο γρήγορος. Αυτό σημαίνει απλούστατα πως το ουίσκι είναι έτοιμο και εμφιαλωμένο μέσα σε λίγες μόλις εβδομάδες και ταυτόχρονα, με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται οποιαδήποτε αναφορά σε «ηλικίες».
Η έλλειψη «παλαιότητας» δε φαίνεται να απογοήτευσε κανέναν. Tο αποστακτήριο λειτουργεί από το 1948 και το προϊόν του δεν «φωνάζει» γευστικά κανενός είδους ανωριμότητα. Με περιεκτικότητα σε αλκοόλ στο 50%, είναι μεθυστικό μέσα στο κεχριμπαρένιο χρώμα του και «γεμάτο» μέσα στη σταρένια γεύση του.
Οι εκ Ταϊβάν ορμώμενοι παραγωγοί είναι νέοι στην υπόθεση «παραγωγή ουίσκι», συγκρινόμενοι με τους Ιάπωνες και τους Ινδούς συναδέλφους τους. Κερδίζουν όμως, σε ζέση και ενθουσιασμό. Με εξοπλισμό φτιαγμένο στη Σκωτία, το οινοπνευματοποιείο Kavalan παράγει 6 εκατομμύρια περίπου λίτρα ουίσκι το χρόνο. Όπως και στην Bangalore, η θερμοκρασία του περιβάλλοντος ευνοεί τη γρήγορη ωρίμανση. Η γεύση του ακροβατεί μεταξύ ιδεών φρούτου και πικρής σοκολάτας, ενώ το κεχριμπαρένιο χρώμα του σε κερδίζει από την αρχή.
Αποτελεί αναμφίβολα μία από τις εκπλήξεις στην κατηγορία του –η σκέψη ότι 5 χρόνια απόσταξης και 2 ωρίμανσης μπορούν να παραγάγουν τέτοιο αποτέλεσμα αμφισβητεί και εδώ το αξίωμα ότι το ουίσκι για να είναι αξιόλογο πρέπει να είναι «παλιό». Δυστυχώς για τους Ευρωπαίους καταναλωτές, το Kavalan, όπως και πολλά υψηλής ποιότητας ουίσκι, μπορεί να βρεθεί μονάχα στα αεροδρόμια και συγκεκριμένα στα duty free shops.
Ολλανδία
Εάν η Ολλανδία δεν είναι ακριβώς η πρώτη χώρα που σας έρχεται στο μυαλό όταν αναφέρεστε στην παραγωγή ουίσκι, δεν είστε οι μόνοι. Οι Fred και Patrick van Zuidam έβαλαν μπροστά την παραγωγή του «νερού της ζωής» στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και αποστάζουν ουίσκι ήδη από το 1998.
Ουαλία
Γεωγραφικά εγγύτερα στην «πηγή» βρίσκεται το αποστακτήριο του Penderyn στο Brecon Beacons, στα βόρεια του Cardiff. Με τη χρήση ενός καινοτόμου αποστακτήρα Faraday (που λειτουργεί έτσι), το αποστακτήριο παράγει ουίσκι ήδη από το 2000. Στο δροσερό ουαλικό κλίμα, η ωρίμανση των «πνευμάτων» θέλει χρόνο και υπομονή.
Το malt Welsh Gold ωριμάζει μέσα σε βαρέλια Madeira casks, γεγονός που προσθέτει μια γλυκύτητα στο τελικό αποτέλεσμα, ενώ υπάρχει και το μέρος της διαδικασίας όπου τα σιτηρά βυθίζονται σε αποξηραμένα φρούτα. Αντί να χρησιμοποιούν αποξηραμένο κριθάρι, το ουίσκι «ολοκληρώνεται» σε παλιά βαρέλια Islay και έχει γευστικές πινελιές τσουκνίδας, κοκκινοπίπερου και ελληνικού μελιού.
Αγγλία
Για παράδειγμα, το Chapter 6 είναι γευστικά χλοώδες και φρέσκο, ενώ το Chapter 9 πολύ πιο περίπλοκο με γευστικές νότες λουκάνικου(!) και μπάρμπεκιου, που ταυτόχρονα όμως σου αφήνει μια μελένια γλυκύτητα στο τέλος.
Τι θα κάνετε λοιπόν, από εδώ και στο εξής; Θα επιμείνετε στο κλασικό «αγαπημένο» ή θα αδράξετε την ευκαιρία για να δοκιμάσετε κάτι νέο και διαφορετικό;
ΠΗΓΗ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχολιάστε ότι διαβάζετε και βοηθήστε το κουνάβι να μάθει περισσότερα για το τι προτιμάτε να διαβάζετε!