“Το μνημόνιο μας έχει γονατίσει, ο ΓΑΠ έφυγε (;), οι Ευρωπαίοι μας κοιτούν με μισό μάτι, όλοι “μιλάμε” πολιτικά και κανείς δεν ξέρει πόσο χειρότερα μπορούν να γίνουν τα πράγματα. Συνεπώς η ζωή μας έχει κάνει παύση; Όχι! Συνεχίζεται, με αρκετές αμφιβολίες βέβαια για το τι μέλλει γενέσθαι, αλλά αν καταφέρεις έστω και λίγο να απομακρυνθείς από την επικαιρότητα ανακαλύπτεις ότι η καθημερινότητα είναι πάντα παρούσα. Με όλα όσα σε ενοχλούν, σε θυμώνουν ή σε κάνουν να γελάς.
Το μνημόνιο και η κρίση δεν κατάφεραν να τα αγγίξουν.
Το κείμενο αυτό λοιπόν αποτελεί ένα διάλειμμα από τη μαύρη επικαιρότητα και τις ακόμα πιο μαύρες σκέψεις που έχω και έχουμε. Γράφοντάς το ξεχάστηκα έστω και λίγο. Ελπίζω κι εσείς”.
Πρόσφατα έλαβα ένα προσκλητήριο γάμου. Όποτε συμβαίνει αυτό έχω σχεδόν τα ίδια συμπτώματα με τον καύσωνα. Ιδρώτα και δύσπνοια. Ειδικά όταν βλέπω πού πρέπει να πάω για τον γάμο και πού για το γλέντι. Δύο τοποθεσίες οι οποίες ενώ αφορούν στο ίδιο γεγονός, για αδιευκρίνιστους λόγους έχουν μεταξύ τους απόσταση 80 χιλιομέτρων.
Κατά την πρώτη ανάγνωση του προσκλητηρίου συμβαίνει κάτι εξαιρετικό. Από το κείμενο ξεπετάγονται μεμονωμένες λέξεις όπως: Σάββατο, οκτώ, Ζούμπερι. Αυτό αρχικά προκαλεί ευφορία. Στη συνέχεια όμως η σκληρή πραγματικότητα κάνει την εμφάνισή της όταν συνειδητοποιείς ότι ολόκληρη η φράση είναι: Σας προσκαλούμε στον γάμο μας που θα γίνει το Σάββατο στις οκτώ του μήνα στο Ζούμπερι.
Εδώ τελειώνουν τα ψέμματα κι αρχίζει η πραγματικότητα. Σακάκι που δεν ξέρεις αν σου κάνει πια, ρύζι μέχρι το σώβρακο, ουρά στον μπουφέ, χορός υπό τους ήχους τραγουδιών που τα άκουγες μικρός στην ταβέρνα με τους γονείς σου λίγο πριν καταρρεύσεις στην πλαστική καρέκλα και ατελείωτες συζητήσεις με την κοπέλα σου για το φόρεμα που θα βάλει το οποίο θα αγοράσει και εσύ θα πρέπει να πας μαζί της στα μαγαζιά.
Από την άλλη όμως παντρεύονται οι φίλοι σου και πρέπει να δώσεις το παρών στην “ομορφότερη στιγμή της ζωής τους”. Μεταξύ μας αυτό το τελευταίο, παρότι λέγεται κατά κόρον, ίσως και τυπικά, είναι τρομακτικό γιατί εμμέσως πλην σαφώς υπονοεί ότι από τη στιγμή που θα παντρευτείς τελειώνουν οι όμορφες στιγμές.
Φτάνουμε λοιπόν στη νύχτα πριν τον γάμο. Το βράδυ που θα λάβει χώρα το μπάτσελορ πάρτι. Καθόλου ελληνικό έθιμο αλλά προτιμότερο από το δικό μας “κρεβάτι” όπου η επιστημονική φαντασία - το κρεβάτι στρώνεται από τις παρθένες φίλες της νύφης - συναντά την αστυνομική λογοτεχνία - συγγενείς και φίλοι πετάνε στο σεντόνι χρήματα και χρυσαφικά, σαν συμμορία που συναντιέται στο άνδρο της μετά τη μεγάλη ληστεία του τρένου. Χίλιες φορές το μπάτσελορ λοιπόν!
Τα πράγματα εδώ είναι απλά. Η παρέα του γαμπρού βγαίνει. Το ίδιο και της νύφης. Οι μεν αναρωτιούνται τι κάνουν οι δε.
Οι δε ουδόλως ενδιαφέρονται τι κάνουν οι μεν. Διότι ως γνωστό, οι γυναίκες ξέρουν να περνάνε καλά με ή χωρίς άντρες και κυρίως χωρίς. Από την άλλη εμείς μετά από τόσες ανακαλύψεις, εφευρέσεις κι επιτεύγματα - που κύριο στόχο τους είχαν να εντυπωσιάσουν τις γυναίκες – βρισκόμαστε στο έρεβος της ύπαρξής μας όταν απουσιάζουν από το περιβάλλον μας οι γυναίκες. Τόσο που είμαι σχεδόν βέβαιος ότι αν με κάποιον μαγικό τρόπο αναστηθούν μεγάλοι αστέρες της ροκ κι έρθουν στο ΟΑΚΑ για μία συναυλία ο Έλβις, οι Μπιτλς, οι Νιρβάνα και οι Ντορς οποιαδήποτε αντροπαρέα βρεθεί εκεί θα αποχωρήσει πάραυτα “αν δεν έχει γκόμενες”!
Φυσικά το αντρικό μπάτσελορ πρωταρχικό στόχο έχει την διαπόμπευση του γαμπρού από τους φίλους του. Γι΄ αυτό συνήθως επιλέγουν να τον πάνε στα μπουζούκια, να τον αφήσουν να πίνει στο τραπέζι ενώ γύρω του λικνίζονται αιθέριες υπάρξεις που φορούν τα απολύτως απαραίτητα και κατά τη διάρκεια της βραδιάς να γκαρίζουν “κοίτα τι αφήνεις πίσω ρε”. Λες και ο μέσος Έλληνας στην καθημερινότητά του περιστοιχίζεται από ημίγυμνες κοπέλες και ζει σαν ράπερ της δυτικής ακτής.
Η μοναδική στιγμή που ο γαμπρός έχει την τιμητική του είναι όταν ο τραγουδιστής, που έχει ενημερωθεί για το μπάτσελορ, ερμηνεύει το “Θα ζήσω ελεύθερο πουλί”. Εκεί το απόλυτο αρσενικό, ο άντρας που ορίζει τη μοίρα του, ο μέγας αρνητής της δέσμευσης και αυριανός γαμπρός ξυπνάει και τα δίνει όλα στην πίστα!
Το γλέντι συχνά συνεχίζεται σε κάποιο άλλο μαγαζί, ανάλογα με την έμπνευση της παρέας που συνήθως εξαντλείται σε μία και μόνη ιδέα, το στριπτιζάδικο. Όπως και να έχει το πώς καταλήγει η βραδιά καλύπτεται από πέπλο μυστηρίου και λίτρων αλκοόλ. Αν είναι τυχεροί, την επόμενη μέρα ανακαλύπτουν τι έκαναν από φωτογραφίες που τράβηξαν με τα κινητά. Λίγο ο ένας, λίγο ο άλλος και τα γεγονότα μπαίνουν σε σειρά. Όχι πάντα λογική.
Το γυναικείο μπάτσελορ από την άλλη είναι σαφώς πιο πολιτισμένο. Τα κορίτσια συνήθως ξεκινούν τη βραδιά σε κάποιο εστιατόριο όπου αναπολούν τα γεγονότα που οδήγησαν τη σχέση της φίλης τους στον γάμο - εκεί ακούγεται και η φράση “τα καταφέραμε”, διότι σαφώς είναι συλλογική να πεισθεί ο αχαΐρευτος να προτείνει γάμο - και εύχονται στις ελεύθερες και στα δικά τους.
Αμέσως μετά θα επισκεφτούν ένα νυχτερινό μαγαζί. Και πριν αρχίσει η φαντασία να καλπάζει ας διευκρινίσουμε ότι οι γυναίκες σπανίως πάνε σε στριπτιζάδικο. Από τη μία διότι το αντρικό στριπτίζ είναι δυσεύρετο σε σχέση με το γυναικείο κι από την άλλη – κι εδώ μεταφέρω την ατάκα όπως ακριβώς την έχω ακούσει από φίλη μου - τα σώματά των αντρών που κάνουν στριπτίζ θυμίζουν περισσότερο τους ήρωες της ταινίας Οι Απίθανοι παρά σέξι αρσενικό.
Έτσι καταλήγουν σε κλαμπ, μπαρ ή μπουζούκια. Δεν έχει μεγάλη σημασία διότι όπου κι αν πάνε θα αντιμετωπίσουν την ίδια κατάσταση. Ένα σωρό λιγούρια να τις κοιτάζουν ψάχνοντας τρόπους να τις προσεγγίσουν ενώ από τα σάλια που τους τρέχουν η υγρασία του χώρου αγγίζει το 100%.
Η εικόνα αυτή θυμίζει σκηνή από ντοκιμαντέρ άγριας φύσης όπου μια ομάδα λιονταριών περικυκλώνει καμιά δεκαριά αντιλόπες περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να επιτεθεί. Η επίθεση εδώ πραγματοποιείται με όπλα όπως σφηνάκια, λουλούδια και σε μερικές περιπτώσεις στέλνοντας τον αναλώσιμο “άντρα – στρατιώτη” που πλησιάζει σαν εμπροσθοφυλακή τη γυναικοπαρέα για λογαριασμό της ετοιμοπόλεμης μονάδας του στο διπλανό τραπέζι για να ρωτήσει αν θέλουν παρέα.
Συνήθως πέφτει ηρωικά το επόμενο δευτερόλεπτο γιατί η γυναικεία απάθεια παραμένει το πιο ισχυρό χημικό όπλο στη μάχη των δύο φύλων. Επιπλέον το όνομα του ήρωα ξεχνιέται αμέσως και για πάντα. Πολύ κρίμα. Ίσως κάποτε θα πρέπει να γίνει ένα μνημείο για το Άγνωστο Καμάκι.
Η βραδιά ολοκληρώνεται πανηγυρικά λίγες ώρες μετά. Η παρέα των κοριτσιών πηγαίνει σπίτι. Το ίδιο και η αγέλη των ανδρών. Εννοείται ότι από την μεριά των κοριτσιών έχουν αποφευχθεί οι συγκλονιστικές καταχρήσεις εφόσον η νύφη πρέπει να λάμπει την επόμενη μέρα. Ο γαμπρός από την άλλη μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Έτσι κι αλλιώς κανείς δεν τον προσέχει πέραν της μαμάς του. Άλλωστε ποτέ δεν ακούστηκε σε γάμο η φράση “καλή και η νύφη αλλά ο γαμπρός ήταν το κάτι άλλο”.
Η αλήθεια είναι ότι το μπάτσελορ έχει πλάκα. Συμβολίζει μεν το τελευταίο εργένικο βράδυ του ζευγαριού αλλά πάνω από όλα είναι μια καλή ευκαιρία να το ρίξεις έξω με τους φίλους σου. Αφήστε που σου δίνει και ιδέες για το γλέντι του γάμου. Γιατί η ιδέα να χορέψει στο γλέντι του γάμου το “Θα ζήσω ελεύθερο πουλί” έρχεται στον γαμπρό όταν τα σπάει με το τραγούδι αυτό στα μπουζούκια το προηγούμενο βράδυ. Εξ ου και η χαρά στο πρόσωπό του την ώρα που το σόι του τού κρατάει το ρυθμό στην πίστα. Η χαρά όμως διαρκεί λίγο. Μέχρι η γυναίκα του να ζητήσει από τον dj το επόμενο τραγούδι που θα παίξει να είναι το “Αν πας με άλλη θα σου σπάσω το κεφάλι”.
*Με αγάπη για την Ανδριάνα και τον Μπάμπη που παντρεύτηκαν!
* Ο Γιώργος Χατζηπαύλου εμφανίζεται κάθε Παρασκευή και Σάββατο στο θέατρο Παραμυθίας, στο Μεταξουργείο, στην παράσταση "Δύσκολα τα πράγματα".
http://briefingnews.gr/satira/item/10522
Το μνημόνιο και η κρίση δεν κατάφεραν να τα αγγίξουν.
Το κείμενο αυτό λοιπόν αποτελεί ένα διάλειμμα από τη μαύρη επικαιρότητα και τις ακόμα πιο μαύρες σκέψεις που έχω και έχουμε. Γράφοντάς το ξεχάστηκα έστω και λίγο. Ελπίζω κι εσείς”.
Πρόσφατα έλαβα ένα προσκλητήριο γάμου. Όποτε συμβαίνει αυτό έχω σχεδόν τα ίδια συμπτώματα με τον καύσωνα. Ιδρώτα και δύσπνοια. Ειδικά όταν βλέπω πού πρέπει να πάω για τον γάμο και πού για το γλέντι. Δύο τοποθεσίες οι οποίες ενώ αφορούν στο ίδιο γεγονός, για αδιευκρίνιστους λόγους έχουν μεταξύ τους απόσταση 80 χιλιομέτρων.
Κατά την πρώτη ανάγνωση του προσκλητηρίου συμβαίνει κάτι εξαιρετικό. Από το κείμενο ξεπετάγονται μεμονωμένες λέξεις όπως: Σάββατο, οκτώ, Ζούμπερι. Αυτό αρχικά προκαλεί ευφορία. Στη συνέχεια όμως η σκληρή πραγματικότητα κάνει την εμφάνισή της όταν συνειδητοποιείς ότι ολόκληρη η φράση είναι: Σας προσκαλούμε στον γάμο μας που θα γίνει το Σάββατο στις οκτώ του μήνα στο Ζούμπερι.
Εδώ τελειώνουν τα ψέμματα κι αρχίζει η πραγματικότητα. Σακάκι που δεν ξέρεις αν σου κάνει πια, ρύζι μέχρι το σώβρακο, ουρά στον μπουφέ, χορός υπό τους ήχους τραγουδιών που τα άκουγες μικρός στην ταβέρνα με τους γονείς σου λίγο πριν καταρρεύσεις στην πλαστική καρέκλα και ατελείωτες συζητήσεις με την κοπέλα σου για το φόρεμα που θα βάλει το οποίο θα αγοράσει και εσύ θα πρέπει να πας μαζί της στα μαγαζιά.
Από την άλλη όμως παντρεύονται οι φίλοι σου και πρέπει να δώσεις το παρών στην “ομορφότερη στιγμή της ζωής τους”. Μεταξύ μας αυτό το τελευταίο, παρότι λέγεται κατά κόρον, ίσως και τυπικά, είναι τρομακτικό γιατί εμμέσως πλην σαφώς υπονοεί ότι από τη στιγμή που θα παντρευτείς τελειώνουν οι όμορφες στιγμές.
Φτάνουμε λοιπόν στη νύχτα πριν τον γάμο. Το βράδυ που θα λάβει χώρα το μπάτσελορ πάρτι. Καθόλου ελληνικό έθιμο αλλά προτιμότερο από το δικό μας “κρεβάτι” όπου η επιστημονική φαντασία - το κρεβάτι στρώνεται από τις παρθένες φίλες της νύφης - συναντά την αστυνομική λογοτεχνία - συγγενείς και φίλοι πετάνε στο σεντόνι χρήματα και χρυσαφικά, σαν συμμορία που συναντιέται στο άνδρο της μετά τη μεγάλη ληστεία του τρένου. Χίλιες φορές το μπάτσελορ λοιπόν!
Τα πράγματα εδώ είναι απλά. Η παρέα του γαμπρού βγαίνει. Το ίδιο και της νύφης. Οι μεν αναρωτιούνται τι κάνουν οι δε.
Οι δε ουδόλως ενδιαφέρονται τι κάνουν οι μεν. Διότι ως γνωστό, οι γυναίκες ξέρουν να περνάνε καλά με ή χωρίς άντρες και κυρίως χωρίς. Από την άλλη εμείς μετά από τόσες ανακαλύψεις, εφευρέσεις κι επιτεύγματα - που κύριο στόχο τους είχαν να εντυπωσιάσουν τις γυναίκες – βρισκόμαστε στο έρεβος της ύπαρξής μας όταν απουσιάζουν από το περιβάλλον μας οι γυναίκες. Τόσο που είμαι σχεδόν βέβαιος ότι αν με κάποιον μαγικό τρόπο αναστηθούν μεγάλοι αστέρες της ροκ κι έρθουν στο ΟΑΚΑ για μία συναυλία ο Έλβις, οι Μπιτλς, οι Νιρβάνα και οι Ντορς οποιαδήποτε αντροπαρέα βρεθεί εκεί θα αποχωρήσει πάραυτα “αν δεν έχει γκόμενες”!
Φυσικά το αντρικό μπάτσελορ πρωταρχικό στόχο έχει την διαπόμπευση του γαμπρού από τους φίλους του. Γι΄ αυτό συνήθως επιλέγουν να τον πάνε στα μπουζούκια, να τον αφήσουν να πίνει στο τραπέζι ενώ γύρω του λικνίζονται αιθέριες υπάρξεις που φορούν τα απολύτως απαραίτητα και κατά τη διάρκεια της βραδιάς να γκαρίζουν “κοίτα τι αφήνεις πίσω ρε”. Λες και ο μέσος Έλληνας στην καθημερινότητά του περιστοιχίζεται από ημίγυμνες κοπέλες και ζει σαν ράπερ της δυτικής ακτής.
Η μοναδική στιγμή που ο γαμπρός έχει την τιμητική του είναι όταν ο τραγουδιστής, που έχει ενημερωθεί για το μπάτσελορ, ερμηνεύει το “Θα ζήσω ελεύθερο πουλί”. Εκεί το απόλυτο αρσενικό, ο άντρας που ορίζει τη μοίρα του, ο μέγας αρνητής της δέσμευσης και αυριανός γαμπρός ξυπνάει και τα δίνει όλα στην πίστα!
Το γλέντι συχνά συνεχίζεται σε κάποιο άλλο μαγαζί, ανάλογα με την έμπνευση της παρέας που συνήθως εξαντλείται σε μία και μόνη ιδέα, το στριπτιζάδικο. Όπως και να έχει το πώς καταλήγει η βραδιά καλύπτεται από πέπλο μυστηρίου και λίτρων αλκοόλ. Αν είναι τυχεροί, την επόμενη μέρα ανακαλύπτουν τι έκαναν από φωτογραφίες που τράβηξαν με τα κινητά. Λίγο ο ένας, λίγο ο άλλος και τα γεγονότα μπαίνουν σε σειρά. Όχι πάντα λογική.
Το γυναικείο μπάτσελορ από την άλλη είναι σαφώς πιο πολιτισμένο. Τα κορίτσια συνήθως ξεκινούν τη βραδιά σε κάποιο εστιατόριο όπου αναπολούν τα γεγονότα που οδήγησαν τη σχέση της φίλης τους στον γάμο - εκεί ακούγεται και η φράση “τα καταφέραμε”, διότι σαφώς είναι συλλογική να πεισθεί ο αχαΐρευτος να προτείνει γάμο - και εύχονται στις ελεύθερες και στα δικά τους.
Αμέσως μετά θα επισκεφτούν ένα νυχτερινό μαγαζί. Και πριν αρχίσει η φαντασία να καλπάζει ας διευκρινίσουμε ότι οι γυναίκες σπανίως πάνε σε στριπτιζάδικο. Από τη μία διότι το αντρικό στριπτίζ είναι δυσεύρετο σε σχέση με το γυναικείο κι από την άλλη – κι εδώ μεταφέρω την ατάκα όπως ακριβώς την έχω ακούσει από φίλη μου - τα σώματά των αντρών που κάνουν στριπτίζ θυμίζουν περισσότερο τους ήρωες της ταινίας Οι Απίθανοι παρά σέξι αρσενικό.
Έτσι καταλήγουν σε κλαμπ, μπαρ ή μπουζούκια. Δεν έχει μεγάλη σημασία διότι όπου κι αν πάνε θα αντιμετωπίσουν την ίδια κατάσταση. Ένα σωρό λιγούρια να τις κοιτάζουν ψάχνοντας τρόπους να τις προσεγγίσουν ενώ από τα σάλια που τους τρέχουν η υγρασία του χώρου αγγίζει το 100%.
Η εικόνα αυτή θυμίζει σκηνή από ντοκιμαντέρ άγριας φύσης όπου μια ομάδα λιονταριών περικυκλώνει καμιά δεκαριά αντιλόπες περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να επιτεθεί. Η επίθεση εδώ πραγματοποιείται με όπλα όπως σφηνάκια, λουλούδια και σε μερικές περιπτώσεις στέλνοντας τον αναλώσιμο “άντρα – στρατιώτη” που πλησιάζει σαν εμπροσθοφυλακή τη γυναικοπαρέα για λογαριασμό της ετοιμοπόλεμης μονάδας του στο διπλανό τραπέζι για να ρωτήσει αν θέλουν παρέα.
Συνήθως πέφτει ηρωικά το επόμενο δευτερόλεπτο γιατί η γυναικεία απάθεια παραμένει το πιο ισχυρό χημικό όπλο στη μάχη των δύο φύλων. Επιπλέον το όνομα του ήρωα ξεχνιέται αμέσως και για πάντα. Πολύ κρίμα. Ίσως κάποτε θα πρέπει να γίνει ένα μνημείο για το Άγνωστο Καμάκι.
Η βραδιά ολοκληρώνεται πανηγυρικά λίγες ώρες μετά. Η παρέα των κοριτσιών πηγαίνει σπίτι. Το ίδιο και η αγέλη των ανδρών. Εννοείται ότι από την μεριά των κοριτσιών έχουν αποφευχθεί οι συγκλονιστικές καταχρήσεις εφόσον η νύφη πρέπει να λάμπει την επόμενη μέρα. Ο γαμπρός από την άλλη μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Έτσι κι αλλιώς κανείς δεν τον προσέχει πέραν της μαμάς του. Άλλωστε ποτέ δεν ακούστηκε σε γάμο η φράση “καλή και η νύφη αλλά ο γαμπρός ήταν το κάτι άλλο”.
Η αλήθεια είναι ότι το μπάτσελορ έχει πλάκα. Συμβολίζει μεν το τελευταίο εργένικο βράδυ του ζευγαριού αλλά πάνω από όλα είναι μια καλή ευκαιρία να το ρίξεις έξω με τους φίλους σου. Αφήστε που σου δίνει και ιδέες για το γλέντι του γάμου. Γιατί η ιδέα να χορέψει στο γλέντι του γάμου το “Θα ζήσω ελεύθερο πουλί” έρχεται στον γαμπρό όταν τα σπάει με το τραγούδι αυτό στα μπουζούκια το προηγούμενο βράδυ. Εξ ου και η χαρά στο πρόσωπό του την ώρα που το σόι του τού κρατάει το ρυθμό στην πίστα. Η χαρά όμως διαρκεί λίγο. Μέχρι η γυναίκα του να ζητήσει από τον dj το επόμενο τραγούδι που θα παίξει να είναι το “Αν πας με άλλη θα σου σπάσω το κεφάλι”.
*Με αγάπη για την Ανδριάνα και τον Μπάμπη που παντρεύτηκαν!
* Ο Γιώργος Χατζηπαύλου εμφανίζεται κάθε Παρασκευή και Σάββατο στο θέατρο Παραμυθίας, στο Μεταξουργείο, στην παράσταση "Δύσκολα τα πράγματα".
http://briefingnews.gr/satira/item/10522
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχολιάστε ότι διαβάζετε και βοηθήστε το κουνάβι να μάθει περισσότερα για το τι προτιμάτε να διαβάζετε!