Είναι γνωστή στους πλείστους η σημασία που έδιναν οι αρχαίοι Έλληνες στη μουσική και τη γυμναστική ως μέσων καλλιέργειας του σώματος και του πνεύματος.
Πλην της πρακτικής μουσικής εκπαιδεύσεως των νέων ιδιαίτερα στην λύρα και την κιθάρα, μεγάλοι φιλόσοφοι και θεωρητικοί της μουσικής τόνισαν τη μεγάλη παιδαγωγική σημασία της και αρκετοί από αυτούς προέβησαν σε καινοτομίες και εφευρέσεις.
Πλην της πρακτικής μουσικής εκπαιδεύσεως των νέων ιδιαίτερα στην λύρα και την κιθάρα, μεγάλοι φιλόσοφοι και θεωρητικοί της μουσικής τόνισαν τη μεγάλη παιδαγωγική σημασία της και αρκετοί από αυτούς προέβησαν σε καινοτομίες και εφευρέσεις.
Ο Ίππασος, για παράδειγμα, αναφέρεται ως ο εφευρέτης των δίσκων με διαφορετικό πάχος και την ίδια διάμετρο που εκβάλλοντας διαφορετικούς ήχους δημιουργούν αρμονία. Ο μέγας φιλόσοφος και μαθηματικός Πυθαγόρας πρώτος υπολόγισε μαθηματικά τη σχέση των χορδών και των ήχων και τη μαθηματική σχέση της οκτάβας. Ο μεγάλος μηχανικός Κτησίβιος αναφέρεται ως ο εφευρέτης της υδραύλεως, του μουσικού οργάνου που μετεξελίχτηκε στο γνωστό μας εκκλησιαστικό όργανο που χρησιμοποιείται στις εκκλησίες της Δύσεως.
Η λύρα ή χέλυς (από κέλυφος χελώνας αρχικά) είναι το καθαυτό μουσικό όργανο των αρχαίων Ελλήνων και η εφεύρεσή της αποδίδεται στον Ερμή. Αρχικά ήταν τρίχορδη ή επτάχορδη, βαθμιαία ωστόσο μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ. έγινε δωδεκάχορδη. Μεγάλες μουσικές μορφές αναφέρονται ο Ορφεύς, ο Θάμυρις, ο Αμφίων, ο Τέρπανδρος, ο Δάμων κ.ά.
Γνωστοί θεωρητικοί της αρχαίας μουσικής είναι ο Αριστόξενος (περί μουσκής ακροάσεως), ο Πλούταρχος (περί μουσικής), ο Πλάτων (στα έργα του Πολιτεία και Νόμοι) και βέβαια ο Αριστοτέλης.
Γνωστοί θεωρητικοί της αρχαίας μουσικής είναι ο Αριστόξενος (περί μουσκής ακροάσεως), ο Πλούταρχος (περί μουσικής), ο Πλάτων (στα έργα του Πολιτεία και Νόμοι) και βέβαια ο Αριστοτέλης.
Η μουσική, με τη σημερινή έννοια, είναι αρχικά αναπόσπαστη με τον λόγο ως ενιαίο σύνολο, και ενίοτε και με τον χορό. Βαθμιαία όμως αποσπάστηκε από τον λόγο και ακολούθησε τη δική της ξεχωριστή εξέλιξη.
Ο Πλάτων, δεχόμενος την μουσική στο εκπαιδευτικό του πρόγραμμα, αλλά και τη διττή δυνητική, ανάλογα με το ύφος, επίδρασή της, θετική ή αρνητική, αποβάλλει από το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα κάποια είδη μουσικής και κάποια μουσικά όργανα που θεωρεί ότι ασκούν αρνητική επίδραση στους νέους, όπως π.χ. τις θρηνώδεις (μειξολυδιστί και συντονολυδιστί) και τις μαλακές ή συμποτικές αρμονίες (ιαστί και λυδιστί) και τους ρυθμούς ανελευθερίας, ύβρεως ή μανίας. Με άλλα λόγια, συνδέει το μουσικό ύφος και όργανο με το ήθος, και γι’ αυτούς τους λόγους δέχεται από τα μουσικά όργανα μόνο τη λύρα και την κιθάρα, από τους ρυθμούς όσους εκφράζουν κοσμιότητα βίου και από τις αρμονίες μόνο τη δωριστί και τη φρυγιστί.
Η μουσική, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, προσφέρει μια φυσική ευχαρίστηση, γι’ αυτό είναι προσφιλής σε όλες τις ηλικίες και σε όλους τους χαρακτήρες. Ο σκοπός που εξυπηρετεί δεν είναι μόνον η ανάπαυση, που ως μετέχουσα της ηδονής θεωρείται σαν ένα είδος γιατρειάς από τη λύπη που προκαλεί η κούραση, αλλά και η αρετή, αφού μπορεί να επηρεάσει το χαρακτήρα, όπως η γυμναστική το σώμα, καθώς και η διαγωγή και φρόνησις, δηλαδή ο τρόπος ζωής και σκέψεώς μας. Η επίδραση της μουσικής στο χαρακτήρα και στην ψυχή επισημαίνεται τόσο από τον Πλάτωνα όσο και τον Αριστοτέλη. Ο πρώτος τονίζει τη μεγάλη σπουδαιότητα της μουσικής παιδείας, τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι «μάλιστα καταδύεται εις το εντός της ψυχής ο τε ρυθμός και αρμονία και ερρωμενέστετα άπτεται αυτής φέροντα την ευσχημοσύνη, και ποιεί ευσχήμονα εαν τις ορθώς τραφίη, ει δε μη τουναντίον» (= βυθίζεται δηλαδή στα ενδότατα της ψυχής και ο ρυθμός και η αρμονία και με πολύ μεγάλη δύναμη πιάνεται από αυτήν δημιουργώντας την ευσχημοσύνη, ευπρέπεια και κοσμιότητα δηλαδή, και το άτομο ευπρεπές και κόσμιο, εάν ανατραφεί κάποιος σωστά, διαφορετικά δημιουργεί τα αντίθετα αποτελέσματα).
Ο Αριστοτέλης, επίσης, δέχεται ότι η μουσική επηρεάζει και το ήθος και την ψυχήν,αφού οι διάφοροι ρυθμοί και οι μελωδίες είναι «ομοιώματα» ή «μιμήματα» των πραγματικών συναισθημάτων και ηθών, όπως π.χ. του ενθουσιασμού, της πραότητος, της σωφροσύνης και άλλων ή των αντιθέτων τους. Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι διαφορετικές αρμονίες και ρυθμοί διαθέτουν διαφορετικά τους ακροατές, άλλοτε διεγείροντας οδυνηρά συναισθήματα, άλλοτε ενθουσιασμό, άλλοτε πραότητα κλπ.
Μια ακόμη σημαντική λειτουργία της μουσικής ακροάσεως, σύμφωνα με τον μεγάλο Σταγειρίτη φιλόσοφο, είναι η ψυχική κάθαρσις, ένα είδος ευχάριστης ανακούφισης και ψυχικής θεραπείας, ανάλογη με αυτήν που νοιώθει ο θεατής μετά από μια παράσταση τραγωδίας.
Την επίδραση της μουσικής στον χαρακτήρα και την ψυχή του ανθρώπου μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει είτε από προσωπικές εμπειρίες είτε παρακολουθώντας τα μουσικά δρώμενα ανά τον κόσμο, π.χ. το παραλήρημα των χιλιάδων ακροατών των Μπήτλς, των Ρόλλινγκ Στοουνς και άλλων μεγάλων διεθνών συγκροτημάτων. Είναι επίσης εύκολο να αντιληφθεί κανείς ότι διαφορετικά είδη μουσικής είναι αρεστά σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες ή ηλικίες. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στην ελληνική μουσική πραγματικότητα. Η μουσική ακρόαση είναι ανάλογη με το μορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο των ανθρώπων.
Η ελληνική μουσική παράδοση είναι και πλουσιωτάτη και ποικίλη. Το δημοτικότραγούδι, στο οποίο συνυπάρχουν ο λόγος, το μέλος και ο χορός, είναι η πιο γνήσια έκφραση της λαϊκής ψυχής. Γνήσιο λαϊκό είδος είναι και το ρεμπέτικο. Μεγάλοι μουσικοσυνθέτες και τραγουδιστές, όπως οι Χατζηδάκης, Θεοδωράκης, Πλέσσας, Ξαρχάκος, Σαββόπουλος, Μαρκόπουλος, Τόκας, Γούρναρης, Μαρούδας, Μπιθικώτσης, Τσιτσάνης, Μητσιάς, Καζαντζίδης, Μοσχολιού, Αλεξίου, Μάνος Λοϊζος, Βίκυ Λέανδρος, Μούσχουρη, Νταλάρας αναβάθμισαν το ελληνικό τραγούδι τόσο αναφορικά με τη μελωδία όσο και τους στίχους.
Σήμερα, με τις μεγάλες ξενικές επιδράσεις υπάρχει μια πολύ μεγάλη ποικιλία τραγουδιών και μουσικού ήθους. Μπορεί να ακούσει κανείς εξαιρετικά ποιοτικά τραγούδια από τραγουδιστές με μουσική παιδεία και εξαιρετική και καλλιεργημένη φωνή, αλλά πολύ πιο συχνά ακούγονται τραγούδια πολύ χαμηλής καλλιτεχνικής ποιότητας και αισθητικής (τόσο ως προς τους στίχους και τη μουσική, όσο και τη φωνή) που δυστυχώς είναι τα περισσότερα, αφού οι πιο πολλές δισκογραφικές εταιρείες έχουν φαίνεται περιέλθει στα χέρια ανθρώπων αισθητικά ακαλλιέργητων που μοναδικό κριτήριο έχουν την κερδοσκοπία, ίσως όμως και άλλες ανομολόγητες προτεραιότητες, και διαμορφώνουν με τις επιλογές τους την μουσική ατμόσφαιρα και αγορά και επιβάλλουν στο κοινό ως επί το πλείστον μια απαράδεκτη μουσική αισθητική. Φωνές τραγουδιστών που σοκάρουν, στίχοι χυδαίοι για κατανάλωση στις μουσικές λαϊκές αγορές, απουσία μουσικής παιδείας, προχειρότητα χαρακτηρίζουν τις περισσότερες παραγωγές.
Πολύ σπάνια ακούει κανείς υψηλής αισθητικής τραγούδια από νέους καλλιτέχνες, πραγματικές οάσεις στην μουσική έρημο που δημιουργούν οι υπεύθυνοι των μεγάλων δισκογραφικών εταιρειών. Είναι ίσως η ώρα η πολιτεία να δώσει τη σημασία που πρέπει στη μουσική παιδεία των ελληνοπαίδων, να εισαγάγει τη συστηματική διδασκαλία του μαθήματος αυτού στα σχολεία από το νηπιαγωγείο και το δημοτικό, μαζί με τα καλλιτεχνικά μαθήματα, αφού αυτά μπορούν να διαμορφώσουν και να επηρεάσουν το ήθος των νέων μας και να τους απομακρύνουν από τους πολλούς αρνητικούς και καταστροφικούς πειρασμούς που είναι πιθανόν να συναντήσουν στο δρόμο τους.
Είναι επίσης απαραίτητο, για την αναβάθμιση της μουσικής αισθητικής του λαού η πολιτεία να οργανώσει ή να αναδιοργανώσει ειδική υπηρεσία στο υπουργείο πολιτισμού που θα αξιολογεί έργα νέων καλλιτεχνών και θα προσφέρει την αναγκαία οικονομική ενίσχυση για την όσο το δυνατόν καλύτερη παραγωγή και διακίνηση αυτών των έργων.
04/2011 Ανδρέας Κατσούρης, καθηγητής κλασσικής φιλολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
πηγή:www.mousikorama.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχολιάστε ότι διαβάζετε και βοηθήστε το κουνάβι να μάθει περισσότερα για το τι προτιμάτε να διαβάζετε!