Απαλλαγή από τα βάρη!
Αυτό είναι το ζητούμενο των επιστημόνων που ονειρεύονται οχήματα κατακόρυφης εκτόξευσης από την...
ταράτσα προς τ΄ αστέρια και ένα σωρό άλλες εφαρμογές που θα ήταν εφικτές αν η βαρύτητα δεν ήταν παρά μια δύναμη «α λα καρτ»
Η χώρα μας, αλλά και ο κόσμος ολόκληρος, αλλάζει χρονιά με «βαρίδια στα πόδια». Βαρίδια οικονομικά, παραγωγικά, ενεργειακά, κλιματικά, ιδεολογικά... Βαρίδια αποτυχίας της μετάβασης από τη βιομηχανική στη μεταβιομηχανική εποχή του πολιτισμού. Απαισιοδοξία και κατάθλιψη δείχνουν να κυριαρχούν, με μια «ολική έκλειψη ελπίδων» να καταδυναστεύει τη νέα γενιά. Είναι όμως ένας πραγματικός κατήφορος ή απλώς μια αλλαγή φάσης; Είναι η αρχή του τέλους ή το τέλος της αρχής; Μια σειρά από «σημάδια»- σημάδια επιστημονικά, παντελώς άσχετα με τα μετρήματα της «δικτατορίας των τραπεζών»- υπόσχονται το δεύτερο: ότι μια νέα εποχή επιστημονικού θριάμβου ξεκινά, μια εποχή απελευθέρωσης του ανθρώπου από τη «μητέρα όλων των βαρών»!
Η κληρονομιά του Φαραντέι
Λένε πολλοί ότι τα οικονομικά βαρίδια της χώρας μας πρωτοσμιλεύτηκαν στα χρόνια της Επανάστασης του ΄21, με τα «δάνεια της Αγγλίας» που επακολούθησαν. Κατά σύμπτωση, τη χρονιά ακριβώς του 1821 ο άγγλος φυσικοχημικός Μάικλ Φαραντέι (Μichael Faraday, 1791-1867) κατασκεύασε τον πρώτο ηλεκτρομαγνητικό κινητήρα, τον αποκληθέντα «homopolar motor» (ομοπολικός κινητήρας). Αργότερα, το 1831, ανακάλυψε το φαινόμενο της ηλεκτρομαγνητικής επαγωγής, το οποίο μαθηματικοποίησε ο Μάξγουελ ως «νόμο του Φαραντέι». Ο νόμος αυτός συνιστά τη μία από τις τέσσερις «εξισώσεις του Μάξγουελ» που θεμελίωσαν τη «θεωρία δυναμικών πεδίων».
Το 1845 ο Φαραντέι ανακάλυψε το φαινόμενο του «διαμαγνητισμού», κατά το οποίο πολλά υλικά, όπως το νερό, εκφράζουν την... αποστροφή τους προς τα μαγνητικά πεδία, με μια ελαφρά άπωση από αυτά. Επειτα από αρκετούς ακόμη πειραματισμούς του με την αλληλεπίδραση ηλεκτρισμού, μαγνητισμού και φωτισμού, λίγο πριν από το τέλος της ζωής του, σημείωσε: «Είχα επί μακρόν την πεποίθηση ότι οι διάφορες μορφές με τις οποίες οι δυνάμεις εμφανίζονται στην ύλη έχουν μια κοινή αρχή...Αρα έχουμε δυνητικά την πιθανότητα να βρούμε μια πιο υψηλή και γενική δύναμη της φύσης, πιο υψηλή ακόμη και από τον ηλεκτρισμό,η οποία συνάμα θα μας αποκαλύψει έναν εντελώς νέο βαθμό ύλης,που τώρα βρίσκεται εκτός του οπτικού μας πεδίου και ίσως και κάθε υποψίας μας». Ακριβώς έναν αιώνα μετά την αγγλική πρωτιά στον ηλεκτρομαγνητισμό, ο Αλμπερτ Αϊνστάιν τιμήθηκε με το Νομπέλ Φυσικής το 1921 για την ανακάλυψη του νόμου του «φωτοηλεκτρικού φαινομένου», την εργασία του δηλαδή επάνω στην κληρονομιά του Φαραντέι. Στο μεταξύ είχε από το 1905 δημοσιεύσει τη θεωρία της «ειδικής σχετικότητας» και είχε εικάσει ότι το φως απαρτίζεται από εντοπισμένα σωματίδια (κβάντα). Το 1907 είχε συλλάβει την ιδέα να επεκτείνει το θεώρημα της σχετικότητας και στον τομέα της βαρύτητας. Επεξεργάστηκε το θέμα επί οκτώ χρόνια και το 1915 δημοσίευσε τη γεωμετρική θεωρία του για τη βαρύτητα, που έμεινε γνωστή ως «θεωρία της γενικής σχετικότητας». Η θεωρία αυτή αντιλαμβανόταν τη βαρύτητα ως μια γεωμετρική ιδιότητα του χωροχρόνου και προέβλεπε την ύπαρξη «βαρυτικών κυμάτων». Το 1919, κατά την ολική ηλιακή έκλειψη της 29ης Μαΐου, οι αιτιάσεις της θεωρίας για «κάμψη» των ακτίνων αστρικού φωτός από το πεδίο βαρύτητας του Ηλιου επιβεβαιώθηκαν και ο Αϊνστάιν έγινε γνωστός τοις πάσι. Ο πόθος της αντιβαρύτητας
Ο απλός άνθρωπος δεν έχει βεβαίως ως κύριο μέλημά του το αν η βαρύτητα συνιστά γεωμετρική ιδιότητα του χωροχρόνου και αν επιδρά στα πέριξ με «βαρυτικά κύματα». Γι΄ αυτόν το άχθος της επιβίωσης είναι το σημαίνον και το βάρος του σαρκίου του είναι που του λυγίζει τα γόνατα όσο βαδίζει προς το γήρας. Ωστόσο ακόμη και με αυτούς τους «προσγειωμένους» όρους αντιλαμβάνεται τα δεσμά της βαρύτητας και λαχταρά «να πετούσε ελεύθερος». Και όταν αρχίζει να σκέφτεται λίγο πιο πλατιά, καταλαβαίνει ότι, αν μπορούσε να ελέγχει τη βαρύτητα των πραγμάτων, θα ήταν όλα πιο εύκολα: μικρότερο βάρος ίσον μικρότερη κατανάλωση ενέργειας... Δυνάμεις που υπερνικούν τη βαρύτητα ίσον μηχανές που λειτουργούν ίσως και αεικίνητα... Αρα το σύνολο σχεδόν των προβλημάτων που τον καταδυναστεύουν και εξωθούν σε κρίσεις και πολέμους... λυμένο! Ναι, αλλά πώς;
Το ερώτημα αυτό είναι βασικό όχι μόνο για τη μοίρα του ανθρώπου στον πλανήτη Γη, αλλά και για τη μοίρα του ίδιου του Σύμπαντος. Εφόσον όλα ξεκίνησαν από μια Μεγάλη Εκρηξη (είτε εφάπαξ είτε κατ΄ επανάληψη, που λέει και η θεωρία του ανακυκλούμενου Σύμπαντος), θα έπρεπε λογικά η επέκταση του Σύμπαντος να βαίνει σταδιακά μειούμενη. Από την εποχή του αστρονόμου Ηubble όμως και έως σήμερα όλες οι παρατηρήσεις μάς βεβαιώνουν ότι το Σύμπαν συνεχίζει να διαστέλλεται επιταχυνόμενα. Πώς γίνεται αυτό; Ποια δύναμη αντιστρατεύεται την έλξη της βαρύτητας των ουρανίων σωμάτων και συνεχίζει να αυξάνει τις μεταξύ τους αποστάσεις; Ποια είναι αυτή η «αντιβαρύτητα» και πώς λειτουργεί;
Διανύσαμε ολόκληρον αιώνα από τη διατύπωση της αϊνστάινειας θεωρίας της βαρύτητας χωρίς απαντήσεις για την «αντιβαρύτητα». Ενδείξεις είχαμε αρκετές, αλλά τίποτε δεν έφερε τις απαραίτητες αποδείξεις. Οπότε πορευτήκαμε με δύο ξεχωριστά θεωρητικά εργαλεία: τη σχετικότητα για τον μεγάκοσμο και την κβαντομηχανική για τον μικρόκοσμο. Με την πρώτη μελετούμε το Σύμπαν, με τη δεύτερη χτίζουμε ό,τι το ηλεκτρονικό στον πλανήτη μας. Αλλά η έλλειψη της γέφυρας μεταξύ τους μας κρατά δεμένους στο ηλιακό μας σύστημα και «προσγειωμένους» στην αφαίμαξη των ενεργειακών πόρων του πλανήτη μας.
Αυτό είναι το ζητούμενο των επιστημόνων που ονειρεύονται οχήματα κατακόρυφης εκτόξευσης από την...
ταράτσα προς τ΄ αστέρια και ένα σωρό άλλες εφαρμογές που θα ήταν εφικτές αν η βαρύτητα δεν ήταν παρά μια δύναμη «α λα καρτ»
Η χώρα μας, αλλά και ο κόσμος ολόκληρος, αλλάζει χρονιά με «βαρίδια στα πόδια». Βαρίδια οικονομικά, παραγωγικά, ενεργειακά, κλιματικά, ιδεολογικά... Βαρίδια αποτυχίας της μετάβασης από τη βιομηχανική στη μεταβιομηχανική εποχή του πολιτισμού. Απαισιοδοξία και κατάθλιψη δείχνουν να κυριαρχούν, με μια «ολική έκλειψη ελπίδων» να καταδυναστεύει τη νέα γενιά. Είναι όμως ένας πραγματικός κατήφορος ή απλώς μια αλλαγή φάσης; Είναι η αρχή του τέλους ή το τέλος της αρχής; Μια σειρά από «σημάδια»- σημάδια επιστημονικά, παντελώς άσχετα με τα μετρήματα της «δικτατορίας των τραπεζών»- υπόσχονται το δεύτερο: ότι μια νέα εποχή επιστημονικού θριάμβου ξεκινά, μια εποχή απελευθέρωσης του ανθρώπου από τη «μητέρα όλων των βαρών»!
Η κληρονομιά του Φαραντέι
Λένε πολλοί ότι τα οικονομικά βαρίδια της χώρας μας πρωτοσμιλεύτηκαν στα χρόνια της Επανάστασης του ΄21, με τα «δάνεια της Αγγλίας» που επακολούθησαν. Κατά σύμπτωση, τη χρονιά ακριβώς του 1821 ο άγγλος φυσικοχημικός Μάικλ Φαραντέι (Μichael Faraday, 1791-1867) κατασκεύασε τον πρώτο ηλεκτρομαγνητικό κινητήρα, τον αποκληθέντα «homopolar motor» (ομοπολικός κινητήρας). Αργότερα, το 1831, ανακάλυψε το φαινόμενο της ηλεκτρομαγνητικής επαγωγής, το οποίο μαθηματικοποίησε ο Μάξγουελ ως «νόμο του Φαραντέι». Ο νόμος αυτός συνιστά τη μία από τις τέσσερις «εξισώσεις του Μάξγουελ» που θεμελίωσαν τη «θεωρία δυναμικών πεδίων».
Το 1845 ο Φαραντέι ανακάλυψε το φαινόμενο του «διαμαγνητισμού», κατά το οποίο πολλά υλικά, όπως το νερό, εκφράζουν την... αποστροφή τους προς τα μαγνητικά πεδία, με μια ελαφρά άπωση από αυτά. Επειτα από αρκετούς ακόμη πειραματισμούς του με την αλληλεπίδραση ηλεκτρισμού, μαγνητισμού και φωτισμού, λίγο πριν από το τέλος της ζωής του, σημείωσε: «Είχα επί μακρόν την πεποίθηση ότι οι διάφορες μορφές με τις οποίες οι δυνάμεις εμφανίζονται στην ύλη έχουν μια κοινή αρχή...Αρα έχουμε δυνητικά την πιθανότητα να βρούμε μια πιο υψηλή και γενική δύναμη της φύσης, πιο υψηλή ακόμη και από τον ηλεκτρισμό,η οποία συνάμα θα μας αποκαλύψει έναν εντελώς νέο βαθμό ύλης,που τώρα βρίσκεται εκτός του οπτικού μας πεδίου και ίσως και κάθε υποψίας μας». Ακριβώς έναν αιώνα μετά την αγγλική πρωτιά στον ηλεκτρομαγνητισμό, ο Αλμπερτ Αϊνστάιν τιμήθηκε με το Νομπέλ Φυσικής το 1921 για την ανακάλυψη του νόμου του «φωτοηλεκτρικού φαινομένου», την εργασία του δηλαδή επάνω στην κληρονομιά του Φαραντέι. Στο μεταξύ είχε από το 1905 δημοσιεύσει τη θεωρία της «ειδικής σχετικότητας» και είχε εικάσει ότι το φως απαρτίζεται από εντοπισμένα σωματίδια (κβάντα). Το 1907 είχε συλλάβει την ιδέα να επεκτείνει το θεώρημα της σχετικότητας και στον τομέα της βαρύτητας. Επεξεργάστηκε το θέμα επί οκτώ χρόνια και το 1915 δημοσίευσε τη γεωμετρική θεωρία του για τη βαρύτητα, που έμεινε γνωστή ως «θεωρία της γενικής σχετικότητας». Η θεωρία αυτή αντιλαμβανόταν τη βαρύτητα ως μια γεωμετρική ιδιότητα του χωροχρόνου και προέβλεπε την ύπαρξη «βαρυτικών κυμάτων». Το 1919, κατά την ολική ηλιακή έκλειψη της 29ης Μαΐου, οι αιτιάσεις της θεωρίας για «κάμψη» των ακτίνων αστρικού φωτός από το πεδίο βαρύτητας του Ηλιου επιβεβαιώθηκαν και ο Αϊνστάιν έγινε γνωστός τοις πάσι. Ο πόθος της αντιβαρύτητας
Ο απλός άνθρωπος δεν έχει βεβαίως ως κύριο μέλημά του το αν η βαρύτητα συνιστά γεωμετρική ιδιότητα του χωροχρόνου και αν επιδρά στα πέριξ με «βαρυτικά κύματα». Γι΄ αυτόν το άχθος της επιβίωσης είναι το σημαίνον και το βάρος του σαρκίου του είναι που του λυγίζει τα γόνατα όσο βαδίζει προς το γήρας. Ωστόσο ακόμη και με αυτούς τους «προσγειωμένους» όρους αντιλαμβάνεται τα δεσμά της βαρύτητας και λαχταρά «να πετούσε ελεύθερος». Και όταν αρχίζει να σκέφτεται λίγο πιο πλατιά, καταλαβαίνει ότι, αν μπορούσε να ελέγχει τη βαρύτητα των πραγμάτων, θα ήταν όλα πιο εύκολα: μικρότερο βάρος ίσον μικρότερη κατανάλωση ενέργειας... Δυνάμεις που υπερνικούν τη βαρύτητα ίσον μηχανές που λειτουργούν ίσως και αεικίνητα... Αρα το σύνολο σχεδόν των προβλημάτων που τον καταδυναστεύουν και εξωθούν σε κρίσεις και πολέμους... λυμένο! Ναι, αλλά πώς;
Το ερώτημα αυτό είναι βασικό όχι μόνο για τη μοίρα του ανθρώπου στον πλανήτη Γη, αλλά και για τη μοίρα του ίδιου του Σύμπαντος. Εφόσον όλα ξεκίνησαν από μια Μεγάλη Εκρηξη (είτε εφάπαξ είτε κατ΄ επανάληψη, που λέει και η θεωρία του ανακυκλούμενου Σύμπαντος), θα έπρεπε λογικά η επέκταση του Σύμπαντος να βαίνει σταδιακά μειούμενη. Από την εποχή του αστρονόμου Ηubble όμως και έως σήμερα όλες οι παρατηρήσεις μάς βεβαιώνουν ότι το Σύμπαν συνεχίζει να διαστέλλεται επιταχυνόμενα. Πώς γίνεται αυτό; Ποια δύναμη αντιστρατεύεται την έλξη της βαρύτητας των ουρανίων σωμάτων και συνεχίζει να αυξάνει τις μεταξύ τους αποστάσεις; Ποια είναι αυτή η «αντιβαρύτητα» και πώς λειτουργεί;
Διανύσαμε ολόκληρον αιώνα από τη διατύπωση της αϊνστάινειας θεωρίας της βαρύτητας χωρίς απαντήσεις για την «αντιβαρύτητα». Ενδείξεις είχαμε αρκετές, αλλά τίποτε δεν έφερε τις απαραίτητες αποδείξεις. Οπότε πορευτήκαμε με δύο ξεχωριστά θεωρητικά εργαλεία: τη σχετικότητα για τον μεγάκοσμο και την κβαντομηχανική για τον μικρόκοσμο. Με την πρώτη μελετούμε το Σύμπαν, με τη δεύτερη χτίζουμε ό,τι το ηλεκτρονικό στον πλανήτη μας. Αλλά η έλλειψη της γέφυρας μεταξύ τους μας κρατά δεμένους στο ηλιακό μας σύστημα και «προσγειωμένους» στην αφαίμαξη των ενεργειακών πόρων του πλανήτη μας.
0 comments:
Post a Comment
Σχολιάστε ότι διαβάζετε και βοηθήστε το κουνάβι να μάθει περισσότερα για το τι προτιμάτε να διαβάζετε!